8 Ο­κτω­βρί­ου 2009
Προς την Σε­πτήν Ι­ε­ραρ­χί­αν της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος

Μα­κα­ρι­ώ­τα­τε,
Σε­βα­σμι­ώ­τα­τοι ά­γι­οι Αρ­χι­ε­ρείς,

Τις τε­λευ­ταί­ες η­μέ­ρες, και εν ό­ψει της Συ­νό­δου της Ο­λο­με­λεί­ας της Μι­κτής Ε­πι­τρο­πής Θε­ο­λο­γι­κού Δι­α­λό­γου Ορ­θο­δό­ξων-Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κών στην Κύ­προ, ε­πι­χει­ρεί­ται α­πό το Οι­κου­με­νι­κό Πα­τρι­αρ­χεί­ο μί­α προ­σπά­θει­α σπι­λώ­σε­ως, συ­κο­φαν­τή­σε­ως, εκ­φο­βι­σμού και φι­μώ­σε­ως ό­λων ό­σοι ε­ξέ­φρα­σαν το τε­λευ­ταί­ο δι­ά­στη­μα την αν­τί­θε­σή τους στα σύγ­χρο­να οι­κου­με­νι­στι­κά α­νοίγ­μα­τα και την πο­ρεί­α του θε­ο­λο­γι­κού δι­α­λό­γου.

Η προ­σπά­θει­α αυ­τή έ­χει λά­βει την ε­πί­ση­μη έκ­φρα­σή της σε δύ­ο ε­πι­στο­λές, μί­α του Πα­ναγιωτά­του Οι­κου­με­νι­κού Πα­τρι­άρ­χου κ. Βαρ­θο­λο­μαί­ου προς τον Μα­κα­ρι­ώ­τα­το Αρ­χι­ε­πί­σκο­πο Α­θη­νών και Πά­σης Ελ­λά­δος κ. Ι­ε­ρώ­νυ­μο και μί­α του Σε­βα­σμι­ω­τά­του Μη­τρο­πο­λί­του Περ­γά­μου κ. Ι­ω­άν­νου προς ό­λους τους Σε­βα­σμι­ω­τά­τους Μη­τρο­πο­λί­τες της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος.

Και στις δύ­ο αυ­τές ε­πι­στο­λές πα­ρα­τη­ρούν­ται στοι­χεί­α πα­ρεμ­βα­τι­κής τα­κτι­κής και ει­σχω­ρή­σε­ως στα της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος, α­πο­προ­σα­να­το­λι­σμού και ε­πι­λε­κτι­κής α­να­φο­ράς ε­νερ­γει­ών και α­πο­φά­σε­ων, κα­θώς και παν­τε­λής έλ­λει­ψη ε­πι­χει­ρη­μά­των και τε­κμη­ρι­ω­μέ­νου λό­γου.

Α­πό το ύ­φος και το πε­ρι­ε­χό­με­νο των ε­πι­στο­λών α­πορ­ρέ­ει μί­α α­πα­ξί­ω­ση προς την Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος, τους Σε­βα­σμι­ω­τά­τους Μη­τρο­πο­λί­τες της, τους κλη­ρι­κούς και μο­να­χούς της, τους Κα­θη­γη­τές θε­ο­λό­γους της και τον πι­στό λα­ό της. Ό­λους αυ­τούς τους μέμ­φον­ται για «ζη­λω­τι­κές τά­σεις», σχι­σμα­τι­κή δι­ά­θε­ση, έλ­λει­ψη ε­πι­γνώ­σε­ως, «ο­λι­γω­ρί­α», «α­πα­ξί­ω­ση των συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων», «εμ­πά­θει­α, φα­να­τι­σμό η μα­νί­α αυ­το­προ­βο­λής».

Εί­ναι η γνω­στή τα­κτι­κή των α­φο­ρι­σμών και της συλ­λή­βδην κα­τα­δί­κης, που δεν α­νέ­χε­ται αν­τί­λο­γο, που α­δυ­να­τεί να δι­α­νο­η­θεί δεύ­τε­ρη ά­πο­ψη, που συν­τρί­βει ό­ποι­ον ε­πι­χει­ρεί να την εκ­φέ­ρει. Η γνω­στή τα­κτι­κή, που α­ρέ­σκε­ται σε πει­θα­ναγ­κα­σμούς, σε πο­δη­γέ­τη­ση, σε ο­λο­κλη­ρω­τι­κή ε­πι­βο­λή, σε εκ­κλη­σι­α­στι­κό ρα­γι­α­δι­σμό.

Εί­ναι εμ­φα­νής η δι­ά­θε­ση εκ μέ­ρους των δύ­ο υ­ψη­λών α­ξι­ω­μα­τού­χων να ει­σχω­ρή­σουν σε ε­σω­τε­ρι­κές υ­πο­θέ­σεις της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος. Με α­νοί­κει­ους χα­ρα­κτη­ρι­σμούς, υ­πο­δεί­ξεις, έμ­με­σους εκ­βι­α­σμούς και α­πει­λές ε­πι­χει­ρεί­ται η πο­δη­γέ­τη­ση και η χει­ρα­γώ­γη­ση των Ι­ε­ραρ­χών και η τε­χνη­τή ε­κμαί­ευ­ση της α­πο­φά­σε­ώς τους.

Η Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος κα­λεί­ται, με τον τρό­πο αυ­τό, ου­σι­α­στι­κά να κα­τα­δι­κά­σει τους ί­δι­ους τους Ε­πι­σκό­πους της, τους κλη­ρι­κούς της, τους μο­να­χούς της και τον πι­στό λα­ό της, που υ­πέ­γρα­ψαν και συ­νε­χί­ζουν να υ­πο­γρά­φουν την «Ο­μο­λο­γί­α Πί­στε­ως», α­φού, κα­τά τον Οι­κου­με­νι­κό Πα­τρι­άρ­χη, «μη κα­τα­δι­κά­ζου­σα αλ­λά δε­χο­μέ­νη σι­ω­πη­ρώς.­.­.. δη­μι­ουρ­γεί προ­βλη­μα­τι­σμόν ου­χί μό­νον εις το ποί­μνι­ον αυ­τής, αλ­λά και εις την με­τά των λοι­πών Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών κοι­νω­νί­αν αυ­τής». Αν η Εκ­κλη­σί­α Κων­σταν­τι­νου­πό­λε­ως εί­χε ποί­μνι­ο ευ­αί­σθη­το εις τα οι­κου­με­νι­στι­κά δρώ­με­να, θα αν­τι­με­τώ­πι­ζε τις ί­δι­ες α­νη­συ­χί­ες και τους ί­δι­ους κα­λούς προ­βλη­μα­τι­σμούς. Η πα­ρα­δο­σι­α­κή Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος ό­χι μό­νο δεν δη­μι­ουρ­γεί προ­βλή­μα­τα στην με­τά των λοι­πών Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών κοι­νω­νί­α, αλ­λά σ αυ­τή και στις υ­γι­είς και ι­σχυ­ρές θε­ο­λο­γι­κές της δυ­νά­μεις στη­ρί­ζον­ται πάν­το­τε οι ο­μό­δο­ξοι α­δελ­φοί μας, ό­πως φά­νη­κε και α­πό την ευ­ρεί­α δι­ορ­θό­δο­ξη α­πο­δο­χή της «Ο­μο­λο­γί­ας».

Και δι­ε­ρω­τώ­με­θα, με­τά πό­νου ψυ­χής, αν α­να­λο­γί­στη­κε πο­τέ ο Οι­κου­με­νι­κός Πα­τρι­άρ­χης ό­χι μό­νον τον προ­βλη­μα­τι­σμό, αλ­λά την βα­θει­ά ο­δύ­νη, την α­πο­γο­ή­τευ­ση και τον έν­το­νο σκαν­δα­λι­σμό, που προ­κα­λεί ο ί­δι­ος και ο συ­σχη­μα­τι­σμός με τους αι­ρε­τι­κούς στο ορ­θό­δο­ξο ποί­μνι­ο.

Κα­τη­γο­ρεί το κεί­με­νο της «Ο­μο­λο­γί­ας Πί­στε­ως» ό­τι δή­θεν σε αυ­τό «ε­νυ­πάρ­χει το σπέρ­μα του σχί­σμα­τος». Και δι­ε­ρω­τώ­με­θα πως με τό­ση ευ­κο­λί­α α­να­γο­ρεύ­ον­ται σε σχι­σμα­τι­κά τα αυ­το­νό­η­τα της πί­στε­ώς μας. Εί­ναι σχι­σμα­τι­κοί οι Ά­γι­οι και Πα­τέ­ρες της Εκ­κλη­σί­ας μας, που ε­θέ­σπι­σαν και ε­δογ­μά­τι­σαν την α­λή­θει­α και την α­κρί­βει­α της α­μω­μή­του ορ­θο­δό­ξου πί­στε­ώς μας; Μή­πως αυ­τό ε­πι­βε­βαι­ώ­νει πα­λαι­ό­τε­ρη α­πα­ρά­δε­κτη πα­τρι­αρ­χι­κή θέ­ση, σύμ­φω­να με την ο­ποί­α «οι κλη­ρο­δο­τή­σαν­τες εις η­μάς την δι­ά­σπα­σιν προ­πά­το­ρες η­μών υ­πήρ­ξαν α­τυ­χή θύ­μα­τα του αρ­χε­κά­κου ό­φε­ως και ευ­ρί­σκον­ται ή­δη εις χεί­ρας του δι­και­ο­κρί­του Θε­ού»; (Ε­πί­σκε­ψις, 30.11.1998).

Και στις δύ­ο ε­πι­στο­λές γί­νε­ται συ­νε­χής ε­πί­κλη­ση των πα­νορ­θο­δό­ξων α­πο­φά­σε­ων, που α­φο­ρούν στην συ­νέ­χι­ση του θε­ο­λο­γι­κού δι­α­λό­γου με τους ε­τε­ρο­δό­ξους. Οι α­πο­φά­σεις αυ­τές ου­δέ­πο­τε αμ­φι­σβη­τή­θη­καν α­πό τους α­σκούν­τες κρι­τι­κή στον οι­κου­με­νι­σμό, πα­ρό­τι, βε­βαί­ως, δεν α­πο­τε­λούν θέ­σφα­το και ού­τε υ­πε­ρι­σχύ­ουν των α­πο­φά­σε­ων των Οι­κου­με­νι­κών Συ­νό­δων και της δογ­μα­τι­κής δι­δα­σκα­λί­ας και συ­νει­δή­σε­ως της Εκ­κλη­σί­ας.

Η κρι­τι­κή η ο­ποί­α έ­χει α­σκη­θεί α­φο­ρά κυ­ρί­ως α­νοίγ­μα­τα, ε­νέρ­γει­ες και κεί­με­να, που δεν έ­χουν στη­ρι­χθεί σε πα­νορ­θό­δο­ξη α­πό­φα­ση και ου­δέ­πο­τε εγ­κρί­θη­καν συ­νο­δι­κά, αλ­λά αν­τι­θέ­τως αν­τι­με­τω­πί­σθη­καν αρ­νη­τι­κά α­πό ορ­θο­δό­ξου πλευ­ράς. Πρό­κει­ται για την ε­φαρ­μο­γή και την α­πο­δο­χή στην πρά­ξη της πα­ναι­ρέ­σε­ως του Οι­κου­με­νι­σμού.

Στην ε­πι­στο­λή του προς τον Μα­κα­ρι­ώ­τα­το κ. Ι­ε­ρώ­νυ­μο ο Οι­κου­με­νι­κός Πα­τρι­άρ­χης υ­πο­στη­ρί­ζει ό­τι «τας με­τά των ε­τε­ρο­δό­ξων ε­πα­φάς εγ­κρί­νουν δια συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων πά­σαι αι Ορ­θό­δο­ξοι Εκ­κλη­σί­αι».

Και τί­θε­ται το ε­ρώ­τη­μα:

 

  • Ποι­ές συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις πα­σών των Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών ε­νέ­κρι­ναν την συμ­με­το­χή του Οι­κου­με­νι­κού Πα­τρι­άρ­χου στις πα­πι­κές λει­τουρ­γί­ες στο Βα­τι­κα­νό;
  • Ποι­ές συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις πα­σών των Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών ε­νέ­κρι­ναν την συμ­με­το­χή του αι­ρε­σι­άρ­χη Πά­πα στην ορ­θό­δο­ξη Θεί­α Λει­τουρ­γί­α και την αν­ταλ­λα­γή λει­τουρ­γι­κού α­σπα­σμού με τον Οι­κου­με­νι­κό Πα­τρι­άρ­χη;
  • Ποι­ές συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις πα­σών των Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών ε­νέ­κρι­ναν την συμ­με­το­χή σε συμ­προ­σευ­χές και λα­τρευ­τι­κές πρά­ξεις των ε­τε­ρο­δό­ξων;
  • Ποι­ές συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις πα­σών των Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών έ­κα­ναν δε­κτές α­πό ορ­θο­δό­ξου πλευ­ράς τις αι­ρε­τι­κές θε­ω­ρί­ες των κλά­δων, των α­δελ­φών εκ­κλη­σι­ών, των δύ­ο πνευ­μό­νων, της α­πο­δο­χής του βα­πτί­σμα­τος των ε­τε­ρο­δό­ξων;
  • Ποι­ές συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις πα­σών των Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών α­νε­γνώ­ρι­σαν το Βα­τι­κα­νό ως Εκ­κλη­σί­α και τον Πά­πα ως κα­νο­νι­κό ε­πί­σκο­πο, συ­νυ­πεύ­θυ­νο για την δι­α­ποί­μαν­ση των Χρι­στι­α­νών;
Η ε­πί­μο­νη ε­πί­κλη­ση των συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων και η πε­ρι­χα­ρά­κω­ση σ' αυ­τές κα­θι­στά α­κό­μη πιο α­να­ξι­ό­πι­στη την ε­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­α των δύ­ο ε­πι­στο­λών, α­φού, ό­πως α­πο­δει­κνύ­ε­ται, πλεί­στες ό­σες ε­νέρ­γει­ές τους πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν ε­ρή­μην η κα­θ' υ­πέρ­βα­ση η και αν­τί­θε­τα προς τις συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις.
 
Ε­πι­ση­μαί­νου­με ε­πί­σης την γνω­στή τα­κτι­κή της δι­πλής γραμ­μής πλεύ­σε­ως.  Μί­α ορ­θο­δο­ξό­τα­τη γραμ­μή στις Πα­νορ­θό­δο­ξες Δι­α­σκέ­ψεις και στις α­λε­πάλ­λη­λες πε­ρι­ο­δεί­ες α­νά τις Μη­τρο­πό­λεις της Ελ­λά­δος και το Ά­γι­ο Ό­ρος και μί­α άλ­λη, οι­κου­με­νι­στι­κή γραμ­μή στις ε­πα­φές με τους ε­τε­ρο­δό­ξους. Ό­χι το ναί ναί και το ου ου, αλ­λά άλ­λο­τε ναί και άλ­λο­τε ου.
 
Οι α­πο­φά­σεις για πα­ρά­δειγ­μα της Γ΄ Πα­νορ­θο­δό­ξου Προ­συ­νο­δι­κής Δι­α­σκέ­ψε­ως (1986), που ε­πι­κα­λεί­ται ο Οι­κου­με­νι­κός Πα­τρι­άρ­χης, έ­χουν ε­πα­νει­λημ­μέ­να πα­ρα­βι­α­στεί σε τέ­τοι­ο βαθ­μό, που να τις κα­θι­στούν κε­νό γράμ­μα.
 
Α­να­φέ­ρου­με ως έ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρά­δειγ­μα το τε­λι­κό κεί­με­νο της Θ΄ Γε­νι­κής Συ­νε­λεύ­σε­ως του Π.Σ.Ε. στο P­o­r­to A­l­e­g­re, το ο­ποί­ο συ­νυ­πέ­γρα­ψαν και οι ορ­θό­δο­ξοι αν­τι­πρό­σω­ποι και ό­που συ­νο­μο­λο­γεί­ται ό­τι «Ο­μο­λο­γού­με Μί­α, Α­γί­α, Κα­θο­λι­κή και Α­πο­στο­λι­κή Εκ­κλη­σί­α, ό­πως αυ­τή ο­ρί­ζε­ται α­πό το σύμ­βο­λο Νι­καί­ας-Κων/πο­λης (381). Κά­θε εκ­κλη­σί­α (σημ. που συμ­με­τέ­χει στο Π.Σ.Ε.) εί­ναι η Εκ­κλη­σί­α κα­θο­λι­κή και ό­χι α­πλά έ­να μέ­ρος της. Κά­θε εκ­κλη­σί­α εί­ναι η Εκ­κλη­σί­α κα­θο­λι­κή, αλ­λά ό­χι στην ο­λό­τη­τά της. Κά­θε εκ­κλη­σί­α εκ­πλη­ρώ­νει την κα­θο­λι­κό­τη­τά της, ό­ταν εί­ναι σε κοι­νω­νί­α με τις άλ­λες εκ­κλη­σί­ες» (P­o­r­to A­l­e­g­re, Φε­βρου­ά­ρι­ος 2006).
 
Σε ό,τι α­φο­ρά δε τον δι­με­ρή θε­ο­λο­γι­κό δι­ά­λο­γο με τους Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κούς, στα πλαί­σι­α της Δι­ε­θνούς Μι­κτής Ε­πι­τρο­πής Θε­ο­λο­γι­κού Δι­α­λό­γου, εί­ναι ο­φθαλ­μο­φα­νής η ε­κτρο­πή α­πό τις πα­νορ­θό­δο­ξες α­πο­φά­σεις και τις δε­σμεύ­σεις. Εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό ό­τι τα Μνη­μό­νι­α των Ορ­θο­δό­ξων Προ­κα­θη­μέ­νων, τα ο­ποί­α ε­πι­λε­κτι­κά ε­πι­κα­λεί­ται ο Σε­βα­σμι­ώ­τα­τος Μη­τρο­πο­λί­της Περ­γά­μου, θέ­τουν ως προ­ϋ­πό­θε­ση για την συ­νέ­χι­ση του δι­α­λό­γου και την αλ­λα­γή της θε­μα­το­λο­γί­ας του την προ­η­γού­με­νη ου­σι­α­στι­κή κα­τα­δί­κη της Ου­νί­ας.
 
Το ζή­τη­μα, βε­βαί­ως, της Ου­νί­ας δεν συ­ζη­τή­θη­κε ού­τε στο Βε­λι­γρά­δι το 2004 ού­τε και στη Ρα­βέν­να το 2007 στις αν­τί­στοι­χες Συ­νό­δους της Μι­κτής Ε­πι­τρο­πής Θε­ο­λο­γι­κού Δι­α­λό­γου. Στο κεί­με­νο μά­λι­στα της Ρα­βέν­νας γί­νε­ται έμ­με­σος, αλ­λά σα­φέ­στα­τος δι­α­χω­ρι­σμός του θέ­μα­τος της Ου­νί­ας α­πό το συ­ζη­τού­με­νο στην πα­ρού­σα φά­ση του δι­α­λό­γου. Α­να­φέ­ρει ε­πί λέ­ξει το κεί­με­νο της Ρα­βέν­νας: «Α­πό του έ­τους 1990 μέ­χρι το 2000 το κύ­ρι­ον θέ­μα, το ο­ποί­ον συ­νε­ζη­τή­θη υ­πό της Ε­πι­τρο­πής, ή­το αυ­τό της «Ου­νί­ας» (Κεί­με­νον του Μπε­λε­μεν­τί­ου, 1993, Βαλ­τι­μό­ρη, 2000), θέ­μα, το ο­ποί­ον θα ε­ξε­τά­σω­μεν πε­ραι­τέ­ρω εις το εγ­γύς μέλ­λον. Εν τω πα­ρόν­τι ε­πι­λαμ­βα­νό­με­θα του θέ­μα­τος, το ο­ποί­ον ε­τέ­θη εις το τέ­λος του Κει­μέ­νου του Βά­λα­μο και με­λε­τώ­μεν τα θέ­μα­τα εκ­κλη­σι­α­στι­κής κοι­νω­νί­ας, της συ­νο­δι­κό­τη­τας και της ε­ξου­σί­ας».
 
Πα­ρα­λεί­που­με την α­πα­ρά­δε­κτη και προ­κλη­τι­κή α­πο­σι­ώ­πη­ση και ε­ξα­φά­νι­ση στη Ρα­βέν­να της κα­τα­δί­κης της Ου­νί­ας με α­πό­φα­ση της Ο­λο­με­λεί­ας στο F­r­e­i­s­i­ng του Μο­νά­χου το 1990, που α­πο­δει­κνύ­ει πό­σο α­να­ξι­ό­πι­στοι εί­ναι οι του Βα­τι­κα­νού στο Δι­ά­λο­γο, α­φού άλ­λες α­πο­φά­σεις δέ­χον­ται και άλ­λες α­πορ­ρί­πτουν, γρά­φον­τάς μας, κα­τά το λε­γό­με­νον, «εις τα πα­λαι­ό­τε­ρα των υ­πο­δη­μά­των τους», και πα­ρα­τη­ρού­με ό­τι εί­ναι πρό­φα­ση και υ­πεκ­φυ­γή του μη­τρο­πο­λί­του Περ­γά­μου ό­τι θα συ­ζη­τη­θεί προ­σε­χώς το θέ­μα της Ου­νί­ας εις τα πλαί­σι­α της συ­ζη­τή­σε­ως του θέ­μα­τος πε­ρί του πρω­τεί­ου του Πά­πα. Το θέ­μα της Ου­νί­ας έ­πρε­πε να εί­χε κλεί­σει με την α­πό­φα­ση του F­r­e­i­s­i­ng του Μο­νά­χου, ό­που Ορ­θό­δο­ξοι και Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κοί υ­πέ­γρα­ψαν την κα­τα­δί­κη της Ου­νί­ας. Πρέ­πει να αι­σχύ­νον­ται και ό­χι να προ­κα­λούν αυ­τοί που τα­πεί­νω­σαν την Ορ­θο­δο­ξί­α στο B­a­l­a­m­a­nd του Λι­βά­νου (1993), ό­που με α­που­σί­α έ­ξι αυ­το­κε­φά­λων εκ­κλη­σι­ών (Ι­ε­ρο­σό­λυ­μα, Σερ­βί­α, Βουλ­γα­ρί­α, Γε­ωρ­γί­α, Ελ­λάς, Τσε­χοσ­λο­βα­κί­α) συρ­θή­κα­με σε και­νούρ­γι­α πε­ριτ­τή συ­ζή­τη­ση για την Ου­νί­α, με την ο­ποί­α τη α­παι­τή­σει του Βα­τι­κα­νού α­κυ­ρώ­σα­με την α­πό­φα­ση του Μο­νά­χου (1990), α­θω­ώ­σα­με την Ου­νί­α και το χει­ρό­τε­ρο προ­βή­κα­με σε σο­βα­ρές πα­ρα­χω­ρή­σεις σε θέ­μα­τα πί­στε­ως· ε­ξι­σώ­σα­με ε­κεί εκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κά την Ορ­θό­δο­ξη και την Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κή «Εκ­κλη­σί­α», αρ­νη­θέν­τες ό­τι η Ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλη­σί­α εί­ναι η Μί­α, Α­γί­α, Κα­θο­λι­κή και Α­πο­στο­λι­κή Εκ­κλη­σί­α. Και μό­νο αυ­τό έ­πρε­πε να φράτ­τει το στό­μα και να συγ­κρα­τεί την γρα­φί­δα ό­σων τολ­μούν να ο­μι­λούν για σε­βα­σμό των συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων, τις ο­ποί­ες κα­τε­ξευ­τέ­λι­σαν. Ε­ξα­κο­λου­θού­με μά­λι­στα να δε­χό­μα­στε την Ου­νί­α ως συ­νο­μι­λη­τή μας στο Δι­ά­λο­γο.
 
Σε ό,­τι α­φο­ρά δε συ­νο­λι­κά το κεί­με­νο της Ρα­βέν­νας, το ο­ποί­ο έ­χει δε­χθεί ο­ξύ­τα­τες κρι­τι­κές α­πό ορ­θο­δό­ξου πλευ­ράς, δι­ό­τι εκ­χω­ρεί την ορ­θό­δο­ξη εκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α στους αι­ρε­τι­κούς, δεν έ­χει υ­πάρ­ξει μέ­χρι σή­με­ρα καμ­μί­α α­πο­λύ­τως συ­ζή­τη­ση, ε­νη­μέ­ρω­ση, α­πό­φα­ση η έγ­κρι­ση σε Συ­νο­δι­κό ε­πί­πε­δο α­πό την Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος.
 
Σε ποι­ές Πα­νορ­θό­δο­ξες α­πο­φά­σεις α­να­φέ­ρον­ται οι δύ­ο α­ξι­ω­μα­τού­χοι, ό­ταν δεν υ­πάρ­χουν καν Συ­νο­δι­κές εγ­κρί­σεις της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος για τα 10 κεί­με­να των Συ­νε­λεύ­σε­ων της Μι­κτής Ε­πι­τρο­πής που προ­η­γή­θη­καν;
 
Πως θα προ­σέλ­θει ο Συ­νο­δι­κός α­πε­σταλ­μέ­νος της Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος να συμ­με­τά­σχει στην δι­α­πραγ­μά­τευ­ση του νέ­ου κει­μέ­νου της Ε­πι­τρο­πής, ό­ταν δεν έ­χει εγ­κρι­θεί Συ­νο­δι­κά το προ­η­γού­με­νο, το ο­ποί­ο μά­λι­στα α­πο­τε­λεί και την βά­ση του ε­πι­κεί­με­νου δι­α­λό­γου;
 
Ποια α­ξι­ο­πι­στί­α μπο­ρεί να έ­χει έ­νας τέ­τοι­ος δι­ά­λο­γος (υ­πό την συμ­προ­ε­δρί­α του Σε­βα­σμι­ω­τά­του Περ­γά­μου), ό­ταν α­δι­α­φο­ρεί για την Συ­νο­δι­κή έγ­κρι­ση των πο­ρι­σμά­των του εκ μέ­ρους των Το­πι­κών Ορ­θο­δό­ξων Εκ­κλη­σι­ών που με­τέ­χουν σ' αυ­τόν;
 
Γι­α­τί δι­α­μαρ­τύ­ρον­ται για την «Ο­μο­λο­γί­α Πί­στε­ως», η ο­ποί­α α­πο­τε­λεί συ­νο­δι­κή συμ­με­το­χή του πλη­ρώ­μα­τος της Εκ­κλη­σί­ας, την ο­ποί­α έ­πρε­πε να ε­πι­δι­ώ­κουν και ό­χι να α­φο­ρί­ζουν; Αυ­τό δεν εί­ναι Ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α αλ­λά πα­πι­κή ι­ε­ρο­κρα­τί­α.
 
Αυ­τήν την ι­ε­ρο­κρα­τι­κή «αυ­θεν­τί­α και το κύ­ρος των Συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων» υ­πε­ρα­σπί­ζε­ται ο Μη­τρο­πο­λί­της Περ­γά­μου κι αυ­τό εί­ναι το «εκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κόν δι­α­κύ­βευ­μα» για το ο­ποί­ο α­γω­νι­ά;
 
Το ε­ρώ­τη­μα, το ο­ποί­ο μας συ­νέ­χει, εί­ναι πραγ­μα­τι­κά α­μεί­λι­κτο. Ό­χι, ό­μως, ό­πως το δι­α­στρέ­φει κα­τα­κλεί­ον­τας την ε­πι­στο­λή του ο Μη­τρο­πο­λί­της Περ­γά­μου, δι­ε­ρω­τώ­με­νος αν «υ­φί­σταν­ται Ορ­θο­δο­ξί­α και δόγ­μα­τα πί­στε­ως ά­νευ συ­νο­δι­κών α­πο­φά­σε­ων», αλ­λά ό­πως ι­σχύ­ει στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα· αν, δη­λα­δή, υ­φί­σταν­ται συ­νο­δι­κές α­πο­φά­σεις ά­νευ της Ορ­θο­δο­ξί­ας και των δογ­μά­των πί­στε­ως.
 
Αυ­τό εί­ναι το α­λη­θι­νό δι­α­κύ­βευ­μα· η δι­α­φύ­λα­ξη της α­λη­θεί­ας και της α­κρι­βεί­ας της α­μω­μή­του ορ­θο­δό­ξου πί­στε­ώς μας, εκ­φρα­ζο­μέ­νης Συ­νο­δι­κώς υ­πό της Α­γι­ω­τά­της Εκ­κλη­σί­ας μας στα πλαί­σι­α της α­πρό­σκο­πτης λει­τουρ­γί­ας Της ως Αυ­το­κε­φά­λου Το­πι­κής Ορ­θο­δό­ξου Εκ­κλη­σί­ας.
 
Αυ­τό το δι­α­κύ­βευ­μα δεν θα παύ­σου­με, χά­ρι­τι Θε­ού, να υ­πε­ρα­σπι­ζό­μα­στε και να δι­α­φυ­λάτ­του­με α­νε­πη­ρέ­α­στοι και ά­καμ­πτοι μπρο­στά σε εκ­φο­βι­σμούς, α­πει­λές και εκ­βι­α­σμούς. Ο προ­βλη­μα­τι­σμός των δύ­ο υ­ψη­λών ε­πι­στο­λο­γρά­φων εί­ναι α­θε­με­λί­ω­τος. Η ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α προ­σβάλ­λε­ται α­πό ι­ε­ρο­κρα­τι­κές τά­σεις που α­γνο­ούν το πλή­ρω­μα της Εκ­κλη­σί­ας, α­πό πε­ρι­φρό­νη­ση της ι­ε­ρο­κα­νο­νι­κής και Πα­τε­ρι­κής Πα­ρα­δό­σε­ως, ό­πως αυ­τή ο­ρι­ο­θε­τή­θη­κε στις Οι­κου­με­νι­κές και Το­πι­κές Συ­νό­δους για την στά­ση μας έ­ναν­τι των αι­ρε­τι­κών, αλ­λά και α­πό την ε­σχά­τως ε­νι­σχυ­μέ­νη υ­πε­ρό­ρι­α α­νά­μει­ξη σε θέ­μα­τα της αυ­το­κε­φά­λου Εκ­κλη­σί­ας της Ελ­λά­δος.
 
Με εμ­πι­στο­σύ­νη στην Σε­πτή Ι­ε­ραρ­χί­α της Εκ­κλη­σί­ας μας πα­ρα­κα­λού­με υι­ι­κώς τον Μα­κα­ρι­ώ­τα­το Αρ­χι­ε­πί­σκο­πο και τους Σε­βα­σμι­ω­τά­τους Ποι­με­νάρ­χες μας να α­πο­φαν­θούν και να το­πο­θε­τη­θούν Συ­νο­δι­κώς, με τον φω­τι­σμό του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος, και να α­να­παύ­σουν το εν Χρι­στώ ποί­μνι­ό τους, που α­γω­νι­ά α­πλη­ρο­φό­ρη­το, α­να­μέ­νον­τας την φω­νή της Μη­τέ­ρας Εκ­κλη­σί­ας του.

Με­τά βα­θυ­τά­του σε­βα­σμού,
Για την Σύ­να­ξη Κλη­ρι­κών και Μο­να­χών

Αρ­χιμ. Μάρ­κος Μα­νώ­λης, Πνευ­μα­τι­κός Προ­ϊ­στά­με­νος «Πα­νελ­λη­νί­ου Ορ­θο­δό­ξου Ε­νώ­σε­ως»
Αρ­χιμ. Χρυ­σό­στο­μος Πή­χος, Κα­θη­γού­με­νος Ι. M. Λογ­γο­βάρ­δας
Αρ­χιμ. Α­θα­νά­σι­ος Α­να­στα­σί­ου, Κα­θη­γού­με­νος Ι. M. Μεγ. Με­τε­ώ­ρου
Αρ­χιμ. Μά­ξι­μος Κα­ρα­βάς, Κα­θη­γού­με­νος Ι. M. Αγ. Πα­ρα­σκευ­ής Μη­λο­χω­ρί­ου Πτο­λε­μα­ΐ­δος
Αρ­χιμ. Θε­ό­κλη­τος Μπόλ­κας, Κα­θη­γού­με­νος Ι. Η­συχ. Α­γί­ου Αρ­σε­νί­ου του Καπ­πα­δό­κου, Χαλ­κι­δι­κή
Αρ­χιμ. Γρη­γό­ρι­ος Χατ­ζη­νι­κο­λά­ου, Κα­θη­γού­με­νος Ι. M. Αγ. Τρι­ά­δος Ά­νω Γατ­ζέ­ας Βό­λου
Αρ­χιμ. Σα­ράν­της Σα­ράν­τος, Ε­φη­μέ­ρι­ος Ι. N. Κοι­μή­σε­ως Θε­ο­τό­κου Α­μα­ρου­σί­ου Ατ­τι­κής
Πρω­το­πρ. Γε­ώρ­γι­ος Με­ταλ­λη­νός, Ο­μότ. Κα­θη­γη­τής Θε­ολ. Σχο­λής Πα­νε­πι­στη­μί­ου Α­θη­νών
Πρω­το­πρ. Θε­ό­δω­ρος Ζή­σης, Ο­μότ. Κα­θη­γη­τής Θε­ολ. Σχο­λής Πα­νε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης
Γέ­ρων Ι­ε­ρο­μό­να­χος Ευ­στρά­τι­ος Λαυ­ρι­ώ­της
Πρε­σβύ­τε­ρος Α­να­στά­σι­ος Γκοτ­σό­που­λος, Ε­φη­μέ­ρι­ος Ι. Ν. Α­γί­ου Νι­κο­λά­ου Πα­τρών


Όσοι έχουν διαβάσει το συγκεκριμένο άρθρο συνήθως διαβάζουν επίσης τα παρακάτω:


Print-icon 

Login-iconLogin
active³ 5.4 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης