Ο αληθινός Θεός της Εκκλησίας μας και το είδωλο του στην ανθρώπινη λογική


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη22a Μαΐου 2014

Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΛΟΓΙΚΗ
(Απάντηση σε σχετικό άρθρο)

Στην ημερήσια εφημερίδα των Αθηνών «Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φύλλο 24-4-2014), δημοσιεύτηκε άρθρο του συγγραφέα κ. Α. Μπινιάρη με θέμα: «Ως άνθρωπος υπάρχω, εν ουσία ου φαντασία», παρμένο από το γνωστό τροπάριο της Εκκλησίας μας: «Ως άνθρωπος υπάρχω, ουσία ου φαντασία, ούτω Θεός τω τρόπω της αντιδόσεως, η φύσις η ενωθείσα μοι. Χριστόν ένα, διό με γνώτε, τα εξ ων εν οις, άπερ πέφυκα σώζοντα» (4ο τροπ. Της θ΄ ωδής του Κανόνα του όρθρου της Μ. Πέμπτης). Ο αρθρογράφος πήρε προφανώς αυτή τη φράση για να «φιλοσοφήσει» πάνω στο πανανθρώπινο πρόβλημα της σχέσεως Θεού και ανθρώπου.

Αρχίζει το άρθρο του με την επισήμανση: «Ο φιλόσοφος – υμνωδός ο οποίος έγραψε αυτή την πρότασή μου είναι άγνωστος. Εκφράζει όμως τη φιλοσοφία της οντολογικής – θεολογικής περιόδου της ιστορίας με τον καλύτερο τρόπο και με ελάχιστες λέξεις. Η αρχαία φιλοσοφία, εν πολλοίς, προσπάθησε να αναζητήσει την ουσία, ή την αλήθεια, ή την φύση των πραγμάτων και του κόσμου». Συνεχίζοντας υποστηρίζει πως «η θρησκευτική παρόρμηση ήρθε να χρησιμοποιήσει αυτό το επιβλητικό οικοδόμημα για να θεμελιώσει τη δική της παρουσία στο λογικό προσδιορισμό της θεότητας». Στην συνέχεια προσπαθεί, μέσω μιας δυσνόητης και συγκεχυμένης γλώσσας και νοημάτων, να στηρίξει την «οντολογία» του στον κ. Καστοριάδη και στους αρχαίους φιλοσόφους Ηράκλειτο και Πλάτωνα. Και καταλήγει: «ο αρχαίος φιλόσοφος – υμνωδός (σ.σ. ο οποίος του έδωσε το έναυσμα του άρθρου του), κλεισμένος μέσα στο ιστορικό – κοινωνικό του φαντασιακό, βλέπει τον κόσμο αΐδιον και προκαθορισμένο. Εμείς, έχοντας περιγράψει τους εαυτούς μας ως αυτόνομους δράστες, ελεύθερους από περιορισμούς της αλήθειας και της ουσίας του κόσμου, μιας ουσίας που δεν βρέθηκε ποτέ, αλλά αποτελεί φευγαλέο ζητούμενο των ουτοπιστών φιλόσοφων, βλέπουμε τον κόσμο εκ των έσω, ως υπάρξεις και όχι ως υποστάσεις».

Πρόκειται κατά την ταπεινή μας γνώμη για ένα σκοτεινό και ασυνάρτητο κείμενο, με πολλές αντιφάσεις, που μαρτυρούν άγνοια της θεολογίας της Εκκλησίας μας. Κατ’ αρχήν ο συγγραφέας του τροπαρίου, στο οποίο αναφέρεται ο κ. Α. Μπινιάρης δεν ήταν ένας απλός «φιλόσοφος - υμνωδός», αλλά ένας θεοφώτιστος θεολόγος με νουν Χριστού, που με το τροπάριο αυτό εκφράζει την θεολογία και την διαχρονική Παράδοση της Εκκλησίας σχετικά με τον τρόπο της ενώσεως των δύο εν Χριστώ φύσεων. Επομένως δεν είναι αληθές ότι «εκφράζει …τη φιλοσοφία της οντολογικής – θεολογικής περιόδου της ιστορίας», αλλά την θεολογική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, η οποία μάλιστα έχει αποτυπωθεί και αποκρυσταλλωθεί στην Δ΄Οικουμενική Σύνοδο. Επίσης δεν διασαφήσει ποια θεωρεί ως «οντολογική – θεολογική περίοδο»,διότι απ’ ότι γνωρίζουμε, δεν υπήρξε κάποια συγκεκριμένη περίοδος της Εκκλησίας, που έλαβε τον χαρακτηρισμό «οντολογική». Ούτε επίσης ευσταθεί η άποψή του, ότι το τροπάριο είναι προϊόν «θρησκευτικής παρορμήσεως», στο οποίο ο υμνογράφος μας δίδει ένα «λογικό προσδιορισμό της θεότητας». Η Θεότητα δεν προσδιορίζεται ούτε κατανοείται με το λογικό, αλλά βιούται και μετέχεται εν Χριστώ στους κεκαθαρμένους τη καρδία δια των ακτίστων ενεργειών της Χάριτος του αγίου Πνεύματος. Επίσης δεν ευσταθεί η άποψή του, ότι δήθεν «ο αρχαίος φιλόσοφος υμνωδός», «κλεισμένος μέσα στο ιστορικό-κοινωνικό του φαντασιακό, βλέπει τον κόσμο αΐδιον και προκαθωρισμένο». Ο υμνογράφος δεν ζει μέσα σε ένα «ιστορικό – κοινωνικό φαντασιακό» πλαίσιο, και άρα εκτός πραγματικότητας, ούτε «βλέπει τον κόσμο αΐδιον και προκαθορισμένο», όπως νομίζει ο αρθρογράφος, διότι ως γνήσιος, ως θεοφώτιστος θεολόγος πιστεύει στην διδασκαλία της Εκκλησίας περί του κόσμου, ο οποίος δεν είναι αΐδιος, όπως νομίζει ο αρθρογράφος, αλλά κτιστός και πεπερασμένος. Επίσης ενώ παίρνει αφορμή από τον βαθυστόχαστο και θεολογικότατο ύμνο της Εκκλησίας μας, δεν έχει την παραμικρή διάθεση να αναπτύξει το θεολογικό περιεχόμενο του τροπαρίου, αλλά να το υποβιβάσει στο επίπεδο ενός φιλοσοφικού κειμένου. Αυτό προκύπτει αβίαστα και από το γεγονός, ότι δεν αναφέρθηκε ούτε μια φορά στο πρόσωπο του Χριστού, ούτε καν νύξη έκανε γι’ Αυτόν, παρ’ όλον ότι ο τίτλος του άρθρου του και ο ύμνος αναφέρονται στο Θεανθρώπινο Πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και στον τρόπο υπάρξεως των δύο φύσεων στη θεανδρική του υπόσταση. Υποκρίνεται μεν ότι θαυμάζει τον άγνωστο «φιλόσοφο – υμνωδό», σε αντίθεση όμως με εκείνον «βλέπει» τον εαυτό του και τους ομόφρονές του ως «απαλλαγμένους» από αυτούς τους «προκαθορισμούς»  του «φιλοσόφου – υμνωδού», ως «αυτόνομους δράστες, ελεύθερους από περιορισμούς της αλήθειας και της ουσίας του κόσμου, μιας ουσίας που δεν βρέθηκε ποτέ, αλλά αποτελεί φευγαλέο ζητούμενο των ουτοπιστών φιλόσοφων, βλέπουμε τον κόσμο εκ των έσω, ως υπάρξεις και όχι ως υποστάσεις». Η γνώσις της αληθείας περί των όντων δεν «περιορίζει» αλλά ελευθερώνει τον άνθρωπο, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν.8,32). Η αλήθεια είναι ο Χριστός και μόνον ο έχων την Αλήθεια - Χριστός και ζων εν Χριστώ, μπορεί να δει τον κόσμο «εκ των έσω» και ως ύπαρξη και ως υπόσταση και όχι μόνον ως ύπαρξη, όπως νομίζει ο αρθρογράφος.

Δε νομίζουμε ότι υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να επεκταθούμε περισσότερο στο περιεχόμενο του άρθρου, διότι είναι φανερή η πρόθεσή του να «σπείρει» την αμφιβολία στους αναγνώστες του. Να δείξει την δήθεν δική του και των ομοφρόνων του «ελευθεροφροσύνη», συγκρίνοντάς την με την δήθεν «ανελεύθερη βούληση» της χριστιανικής πίστεως. Ίσως του διαφεύγει το γεγονός ότι δεν είναι ο μόνος που πασχίζει να κατεδαφίσει το χριστιανικό οικοδόμημα. Αμέτρητες στρατιές αρνητών του Χριστού μέσα στο δισχιλιόχρονο διάβα της ιστορίας αγωνίστηκαν με όλες τους τις δυνάμεις να γκρεμίσουν την Εκκλησία του Χριστού, αλλά απέτυχαν οικτρά. Ίσως δεν τον συνέτισε αρκούντως η παταγώδης αποτυχία του μαρξιστικού αθεϊσμού τον περασμένο αιώνα να καταργήσει την πίστη στο Θεό και να αφανίσει την Εκκλησία Του. Προφανώς δεν είναι σε θέση να κατανοήσει την ιστορική πραγματικότητα, ότι η Εκκλησία του Χριστού, παρά τους περιστασιακούς κλυδωνισμούς της και τις λυσσαλέες επιθέσεις των ορκισμένων εχθρών της,  μένει ασάλευτη και πορεύεται στους αιώνες, επιτελώντας το σωστικό της έργο. Αντίθετα οι διαχρονικοί εχθροί της «ως εκλείπει καπνός εκλειπέτωσαν, ως τίκεται κυρός από προσώπου πυρός»!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των παραθρησκειών

Ο υπεύθυνος
Αρχιμ. Παύλος Δημητρακόπουλος

Ο Γραμματέας
Λάμπρος Σκόντζος Θεολόγος




Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Powered by active³ CMS - 28/3/2024 1:08:46 μμ