Άγιος Ιωάννης Επίσκοπος Κολωνίας ο ησυχαστής.


Συναξάριον του οσίου πατρός ημών Ιωάννου Επισκόπου Κολωνίας του ησυχαστού.

 

  Δεκεμβρίου 3

 

 

Ουχ ησυχάζω∙ και θανόντα γαρ στέφω
Τον ησυχαστήν Ιωάννην τοις λόγοις.

       Στον τέταρτο χρόνο της βασιλείας του ευσεβέστατου βασιλιά Μαρκιανού, το έτος 455, γεννήθηκε αυτός ο εν αγίοις πατήρ ημών Ιωάννης στη Νικόπολη της Αρμενίας. Έμαθε λοιπόν τα ιερά γράμματα και αφού οι γονείς του πέθαναν, μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς και έχτισε ναό στην Υπεραγία Θεοτόκο και ησύχαζε σε αυτόν μαζί με άλλους δέκα μοναχούς. Επειδή λοιπόν έγινε περιβόητος για την αρετή του, χειροτονήθηκε Επίσκοπος Κολωνίας. Και αφού σε εννέα χρόνια τακτοποίησε τα πράγματα στην επαρχία του και τελείωσε όσα είχε σκοπό να κάνει, διαπερνά το μακρό πέλαγος προς τα Ιεροσόλυμα, και αφού έφτασε στους Αγίους Τόπους και τους προσκύνησε, πήγε στη Λαύρα του Αγίου Σάββα.
       Εκεί τον δέχτηκε ο Άγιος Σάββας χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι, (διότι ο Θεός δεν του το αποκάλυψε) και θέλοντας να δοκιμάσει την υπακοή και την υπομονή του, τον έβαλε στο ξενοδοχείο (δηλαδή στο αρχονταρίκι) ∙ έπειτα τον έβαλε στο μαγειρείο. Κι επειδή και στα δύο αυτά διακονήματα εκτιμήθηκε πολύ, τον πρόσταξε να ησυχάζει σε αναχωρητικό κελλί για τις πέντε μέρες της εβδομάδας, χωρίς να τον βλέπει κανείς και χωρίς να τρώει ή να πίνει τίποτα, ενώ το Σάββατο και την Κυριακή του καθόρισε να έρχεται στις κοινές ακολουθίες, για να ψάλλει και να τρώει μαζί με τους άλλους αδελφούς.
       Βλέποντάς τον ο μέγας Σάββας να προκόβει κατά Θεόν, τον έφερε στον αγιότατο Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ηλία, και ενώ τον παρακαλούσε να τιμήσει τον Ιωάννη, εκείνος είπε στον Πατριάρχη: «Περίμενε λίγο, δέσποτα, διότι πρώτα πρέπει να γνωρίσεις τις πράξεις μου, και τότε, αν είμαι άξιος της ιερωσύνης, πράξε ό,τι σου φαίνεται σωστό». Όταν λοιπόν έμειναν μόνοι τους, έπεσε ο όσιος στα πόδια του πατριάρχη, ορκίζοντάς τον να μη φανερώσει ό,τι πρόκειται να του πει. Και ο πατριάρχης συγκατάνευσε νομίζοντας ότι θα ακούσει κανένα παράλογο έργο. Και όταν άκουσε ότι αυτός έγινε Επίσκοπος Κολωνίας, εξεπλάγη και είπε στον μακάριο Σάββα∙ μην τον ενοχλήσεις άλλο για την ιερωσύνη, γιατί ο Ιωάννης πρεσβύτερος δε γίνεται.
       Αυτός ο όσιος περπατώντας κάποτε στο δρόμο, κουράστηκε και λιποθύμησε∙ και αφού προσευχήθηκε, αρπάχθηκε στον αέρα μετέωρος και βρέθηκε στο κελλί του, το οποίο απείχε από εκείνο τον τόπο πέντε μίλια. Και κάποια φορά ήρθαν Πέρσες και γκρέμισαν τα κελλιά των μοναχών και πήγαν και στο κελλί αυτού του οσίου για να κάνουν το ίδιο∙ εμφανίστηκε όμως εκεί ξαφνικά ένα λιοντάρι, το οποίο έδιωξε τους βαρβάρους και διαφύλαξε αβλαβές το κελλί του οσίου. Κάποιος Χριστιανός Ορθόδοξος πήγε κάποτε στον άγιο και έχοντας μαζί του και έναν ετερόδοξο Μονοφυσίτη, ζητούσε να δώσει και στους δύο την ευλογία του∙ και ο όσιος είπε: «σε σένα μεν, σαν σε ευσεβή και ορθόδοξο δίνω την ευλογία μου, σε αυτόν όμως ευλογία δε δίνω, έως ότου επιστρέψει από την αίρεση του Σεβήρου». Αυτά αφού άκουσε ο ορθόδοξος εκείνος εξεπλάγη για το διορατικό και προορατικό χάρισμα του αγίου, ενώ ο ετερόδοξος Μονοφυσίτης έγινε σαν εκστατικός και άλλος εξ άλλου∙ όταν τέλος πάντων επανήλθε στον εαυτό του, έπεσε στα πόδια του οσίου παρακαλώντας τον να τον διδάξει τι να κάνει. Ο άγιος τον σήκωσε πάνω και αφού τον δίδαξε τα πρέποντα, τον έπεισε να αναθεματίσει κάθε αίρεση, και αυτή του Μονοφυσίτη Σεβήρου, στην οποία ήταν αιχμάλωτος, να προσέλθει στην ορθόδοξη Εκκλησία και μπροστά σε όλους να κάνει τον αναθεματισμό αυτών των αιρέσεων, και έτσι να παραμείνει αχώριστος στην Ορθοδοξία. Και αφού τα είπε αυτά, τους ευλόγησε και τους δύο και τους ασπάστηκε με άγιο φίλημα, και αφού προσευχήθηκε για αυτούς, τους έστειλε και τους δύο στα σπίτια τους χαρούμενους.
       Μια συγγενής του αγίου, όταν έμαθε σχετικά με αυτόν, σκέφτηκε να μεταμφιεστεί σε άλλη γυναίκα, για να δει τον άγιο με αυτόν τον τρόπο χωρίς να την αναγνωρίσει ο άγιος όμως, αφού κατάλαβε με το διορατικό του χάρισμα το λογισμό, τον οποίο μελέτησε η γυναίκα, της έστειλε μήνυμα λέγοντας: «Αν δεν έρθεις εδώ, εγώ θα σου φανερωθώ, και θα μάθεις όσα μου αποκάλυψε ο Θεός». Μετά από λίγο καιρό εμφανίστηκε στο όνειρό της και τη συμβούλεψε τα πρέποντα∙ εκείνα δηλαδή που και αυτή επιθυμούσε να μάθει. Και αφού τον ρώτησε και για κάποια άλλα θέματα και τα διδάχτηκε καλά από αυτόν, ευχαριστούσε τον άγιο για την ευεργεσία αυτή, και ο μακάριος Ιωάννης εξαφανίστηκε από τους νοητούς οφθαλμούς της.
       Αυτός ο άγιος πήρε κάποτε ένα ξερό σύκο, το έβαλε κοντά σε μια στεγνή πέτρα, και λέει στους αδελφούς που ήταν μαζί του∙ αν το ξερό αυτό σύκο βλαστήσει, να ξέρετε αδελφοί, ότι ο Θεός θα μου δώσει τόπο αναπαύσεως εκεί, στον μέλλοντα αιώνα. Και ω του θαύματος! Το ξερό εκείνο σύκο αμέσως φυτεύτηκε, αμέσως ρίζωσε, αμέσως έγινε συκιά και αμέσως βλάστησε ,και έδωσε καρπό τρία σύκα, τα οποία καταφίλησε ο άγιος και , αφού ευχαρίστησε τον Κύριο, τα έφαγε μαζί με τους αδελφούς. Αυτός έγινς επίσκοπος όταν ήταν εικοσιοκτώ χρονών, και στο θρόνο του έλαμψε δέκα χρόνια∙ στην έρημο του Ρουβά έκανε έξι χρόνια, και στη Λαύρα του Αγίου Σάββα σαράντα οκτώ χρόνια∙ επομένως όλα τα χρόνια της ζωής του συναθροίζονται εκατόν τέσσερα, και έτσι εν Κυρίω εκοιμήθη ο τρισόλβιος.

 




Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Powered by active³ CMS - 19/4/2024 2:39:05 μμ