Ο Βογομιλισμός από την Φραγκοκρατία μέχρι την Τουρκοκρατία


ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΜΕΡΟΣ Ε'

ΟΙ ΒΟΓΟΜΙΛΟΙ

5.3.4 Ο Βογομιλισμός από την Φραγκοκρατία μέχρι την Τουρκοκρατία.

α. Ο Βογομιλισμός στο Β’ Βουλγαρικό Κράτος.

 Δύο πολύ σημαντικά γεγονότα στην ιστορία του Βυζαντίου/Ρωμανίας είχαν το ανάλογο αντίκτυπο στην αντιμετώπιση του Βογομιλισμού. Το πρώτο ήταν η σύσταση του Β’  Βουλγαρικού κράτους (1186-1396) και το δέυτερο η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204. Οι αιρετικοί έπαιξαν τό δικό τους ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων αυτών. Παυλικιανοί και Βογομίλοι αδιακρίτως βοήθησαν στην ευνοϊκή για τους Βούλγαρους εξέλιξη της επανάστασης, λειτουργώντας ως πέμπτη φάλαγγα, εντός των πολιορκούμενων αυτοκρατορικών πόλεων. Επίσης, είχαν εγκαινιάσει πολιτική επιγαμιών με τους Κουμάνους και χρησίμευσαν ως μεσάζοντες στην δημιουργία Βουλγαρο-κουμανικής συμμαχίας. Η συμμαχία αυτή έσωσε την επανάσταση των Άσεν και οδήγησε τελικά στην δημιουργία του Β’  Βουλγαρικού Κράτους, με πρωτεύουσα το Τύρνοβο (η παλαιά πρωτεύουσα Πρεσλάβα καταλήφθηκε αργότερα).

Το 1189 Παυλικιανοί και Βογομίλοι βοήθησαν τα στρατεύματα της Γ’ Σταυροφορίας του Φρειδερίκου Βαρβαρόσσα να καταλάβουν την Φιλιππούπολη. Υποδέχθηκαν με χαρά τους Γερμανούς κατακτητές.

«τήν δέ Φιλιππούπολιν εἰσιών κεκενωμένην εὗρε τῶν πλειόνων καί ἐπιφανεστέρων αὐτῆς οἰκητόρων˙ εἰ γάρ τις καί ὑπολέλειπτο, πτωχεύων ἦν οὗτος καί τήν οὐσίαν πᾶσαν ἐν οἷς ἐνεδέδυτο ἀριθμῶν καί τοῖς Αρμενίοις κατειλεγμένος. οὗτοι γάρ μόνοι τῶν ἁπάντων οὐκ ἐπιδρομή ἐθνῶν ἀλλά φίλων παρουσίαν τήν τῶν Ἀλαμανῶν διέλευσιν ἡγηντο, ἐπειδή καί συγχρῶνται Ἀρμενίοις Ἀλαμανοί καί κατά τῶν αἱρέσεων τάς πλείστας ἀλλήλοις συμφέρονται˙ Ἀρμενίοις γάρ καί Ἀλαμανοῖς ἐπ’ ἴσης ἡ τῶν ἁγίων εἰκόνων προσκύνησις ἀπηγόρευται, καί τοῖς ἀζύμοις κατά τάς ἱεροτελεστίας ἀμφότεροι κέχρηνται, καί ἄλλα ἄττα ὀρθοδόξοις Χριστωνύμοις ἀπόβλητα οὗτοι σφαλλόμενοι τοῦ ὀρθοῦ τηροῦσιν ὡς ἔννομα[i]».

Ως Αρμένιους καλούσαν συνήθως τους Παυλικιανούς, αλλά η αναφορά στα άζυμα δείχνει ότι ήταν Βογομίλοι.

Τον ίδιο ρόλο έπαιξαν αργότερα, όταν το 1205 η πόλη βρίσκονταν στα χέρια του Φράγκου Renier de Trit. Κάλεσαν τον Τσάρο των Βουλγάρων Καλογιάννη, Ιβάν Α’ Ασεν, γνωστό στις ελληνικές πηγές και ως «Σκυλογιάννη», και του παρέδωσαν την Φιλιππούπολη. Όταν ο Καλογιάννη εισήλθε στην πόλη έσφαξε όλους τους Λατίνους. Ο Ιβάν Α’ κατάλαβε την έμπρακτη βοήθεια που μπορούσαν να του παράσχουν οι αιρετικοί στην δήωση της Θράκης και εμφανίζονταν ως προστάτης τους.

Το δεύτερο συνταρρακτικό γεγονός της περιόδου, η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους και η ίδρυση της λατινικής αυτοκρατορίας, ανάγκασε το ορθόδοξο πατριαρχείο να μετεφερθεί στην Νίκαια. Η διαταγή του πάπα Ιννοκέντιου Γ’ να δηλώσει όλος ο ορθόδοξος κλήρος της Πόλης υποταγή σ’ αυτόν και η συνακόλουθη άρνηση, είχε ως αποτέλεσμα διωγμό των ορθόδοξων ιερέων. Συνεπώς κέντρο του αντιαιρετικού αγώνα, συν τοις άλλοις, μεταφέρθηκε στη Νίκαια.

Στις αρχές του ΙΓ’ αι. η Εκκλησία της Βοσνίας, αν και ακολουθούσε το σλάβικο μυστηριακό τυπικό βρίσκονταν στην δικαιοδοσία του πάπα. Από την Historia Salonitarum[ii] του Θωμά, αρχιδιάκονου στο Σπαλάτο (Σπλιτ), και την αλληλογραφία του πάπα Ιννοκέντιου ΙΙΙ, γίνεται γνωστό ότι οι Βογομίλοι διώχθηκαν στην περιοχή από τον Βερνάρδο του Σπαλάτο, και βρήκαν προστασία στον Ban Kulin. Κατόπιν συνεννοήσεως του πάπα με τον βασιλιά των Ούγγρων , και τις πιέσεις που ασκήθηκα από τον δεύτερο στον Ban Kulin, έγινε μια συνάντηση με τον παπικό λεγάτο Ιωάννης της Κασαμάρης. Αποτέλεσμα της συνάντησης ήταν οι Βογομιλικές κοινότητες της Βοσνίας να υπαχθούν στην παπική εκκλησία.

Στην Βουλγαρία, η πολιτική του Ιβάν Α΄ δεν ακολουθήθηκε από τον διάδοχό του Τσάρο Βορίλα (1207-1218). Παπικός λεγάτος σταλμένος ήδη από το 1206[iii], τον έπεισε να ξεκινήσει διώξεις εναντίον των Βογομίλων. Ως κατάληξη είχε την σύγκληση Συνόδου της Βουλγαρικής Εκκλησίας το 1211 στο Τύρνοβο, όπου αναθεματίστηκαν οι Βογομίλοι και ο αρχηγός τους Πέτρος ο Καππαδόκης. Ο Πέτρος ήταν ο Βογομίλος επίσκοπος Σαρδικής[iv]. Η Σύνοδος εξέδωσε Συνοδικό (διακρίνεται από το Συνοδικό της Ορθοδοξίας ως του Τσάρου Βορίλα) με αναθέματα κατά των αιρεσιαρχών και των κακοδοξιών. Όπως απέδειξε ο Guillard, το Συνοδικό του Τσάρου Βορίλα[v]  δανείζεται τα αναθέματα, τα οποία περιέχονται στην Επιστολή του πατριάρη Κοσμά Α’, που αναφέρθηκε παραπάνω, με διαφορετική σειρά[vi].

Η Σύνοδος αποφάσισε την προσωποκράτηση των Βογομίλων. Οι κρατούμενοι θα έπρεπε να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στην Ορθοδοξία ειδάλλως θα φυλακίζονταν[vii]. Από τις ανακρίσεις που περιγράφονται, φαίνεται ότι ο τσάρος Βορίλας αντέγραψε τον Αλέξιο Κομνηνό. Πολλοί μετεστράφησαν στην Ορθοδοξία. Ωστόσο, ισχυρός πυρήνας Βογομίλων παρέμεινε αμετανήτος και λίγα χρόνια μετά βοήθησαν τον σφετεριστή Ιωάννη Ασάν Β’ (1218-1245), να τον ανατρέψει και ν’ αναλάβει την εξουσία[viii].

Ο νέος τσάρος φάνηκε ανεκτικός απέναντί τους. Ο πάπας Γρηγόριος ΙΧ (1227-47) παραπονέθηκε στον βασιλιά της Ουγγαρίας Μπέλα IV (1235-1270) , ότι ο Ιωάννης Ασάν προστάτευε τους αιρετικούς στην επικράτειά του[ix]. Τα κίνητρα του πάπα δεν ήταν αγνά. Ο Ιωάννης Ασάν είχε διακόψει τις σχέσεις του μαζί του και είχε στρέψει την θρησκευτική πολιτική του στην φυσική πηγή της, το Ορθόδοξο πατριαρχείο, που την εποχή εκείνη βρισκόταν στην Νίκαια. Ταυτόχρονα, πίεζε στρατιωτικά μαζί με τους Έλληνες τον Βαλδουίνο στην Κωνσταντινούπολη. Ο πάπας κήξρυξε σταυροφορία εναντίον των Βουλγάρων το 1238 και όρισε αρχηγό της τον βασιλιά των Ούγγρων. Η μογγολική εισβολή στην Ουγγαρία το 1241-2 ανέτρεψε τα σχέδιά του.


β. Ο αντιαιρετικός αγώνας της Νίκαιας.

 Την ίδια εποχή στην Νίκαια ο πατριάρχης Γερμανός Β’ (1222-1240) έδινε πολυμέτωπο αγώνα. Με επιστολές και ομιλίες εμψύχωνε τους υπόδουλους στους Φράγκους να υπομένουν τις διώξεις των Λατίνων και να κρατούν την ορθόδοξη πίστη τους, τους Κανόνες, την Παράδοση και τα εκκλησιαστικά έθιμα[x].

«Καί θέλομεν ὑμῖν, τοῖς καλοῖς τέκνοις, καί προσελθεῖν καί προσεγγίσαι καί παρακαλέσαι τάς κατωδύνους ὑμῶν ψυχάς καί θρέψαι βρώματι λογικῷ, ἀλλά με τό προφανές τοῦ κινδύνου ἱστᾷ. Θέλω τηγανιζομένοις ἡμῖν τῇ φλογί τῶν συμφορῶν καί τῶν μακρῶν περιστάσεων προσελθεῖν καί δακτύλῳ, πνευματικῷ φημι χαρίσματι τῆς διδασκαλίας, ἐκτακείσας δροσίσαι ὑμῶν τάς καρδίας. Ἀλλά μέγα χάσμα ἐστήρικται μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν[xi]».

Ταυτόχρονα, δεν παρέλειπε να στιγματίζει τις κακοδοξίες των Βογομίλων[xii].


γ. Ο άγιος Θεοδόσιος Τυρνόβου.

 Για αρκετές δεκαετίες οι Βογομίλοι εξαφανίστηκαν από τις πηγές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αίρεση εξέλειπε. Θεωρείται περίοδος παρακμής του Βογομιλισμού, μέχρι την εξάλειψή του από τους Οθωμανούς. Εμφανίζονται ξανά στο βίο του αγίου Θεοδοσίου Τυρνόβου. Ο άγιος Θεοδόσιος έζησε στα τέλη του ΙΓ’ και αρχές του ΙΔ’ αι. Ήταν μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτη. Σε ώριμη ηλικία ίδρυσε μοναστήρι κοντά στο Τύρνοβο, στην Βουλγαρία, υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της επιστασίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, την οποία ο Θεοδόσιος Βουλγαρίας προσπαθούσε να απεμπολίσει. Κοιμήθηκε το 1363 κατά την διάρκεια επίσκεψής του στην Κωνσταντινούπολη.

Τον Βίο του συνέγραψε ο πατριάρχης Κάλλιστος Α’ (1350-1353 & 1355-1363). Υπήρξε επίσης μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτη, και ασκήθηκε για πολλά χρόνια στο Άγιο Όρος. Εκεί διετέλεσε μέλος επιτροπής κατά των Βογομίλων, οι οποίοι από την δεκαετία του  ‘20 προσπαθούσαν να διεισδύσουν στον Άθω. Ο Βίος του αγίου Θεοδοσίου δεν σώζεται στην ελληνική, αλλά μόνο σε παλαιοσλαβονική μετάφραση του ΙΕ’ αι[xiii].

Σύμφωνα με τον Βίο η αίρεση διαδόθηκε μεταξύ των μοναχών του Αγίου Όρους από μια καλόγρια την Ειρήνη. Αυτή ζούσε στην Θεσσαλονίκη και εμφάνιζε ευσεβή ζωή. Στην πραγματικότητα κατηχούσε όσους την επισκέπτονταν στην δυσέβειά της. Οι Βογομίλοι μοναχοί περιφέρονταν ως ζητιάνοι στην περιοχή του Άθωνα, απαιτώντας ελεημοσύνες από τα μοναστήρια. Αν κάποιο μοναστήρι αρνούνταν να τους ελεήσει, κατέστρεφαν τις ελιές και τα αμπέλια του. Αυτό συνεχίστηκε για μια τριετία, μέχρι που η κοινότητα του Αγίου Όρους συνήλθε σε σύνοδο, τους αναθεμάτισε και τους έδιωξε. Η Ιερά Κοινότης όρισε τότε υπεύθυνο του αντιβογομιλικού αγώνα τον μετέπειτα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Κάλλιστο Α’. Πολλοί από αυτούς κατέφυγαν στην Θεσσαλονίκη και την Βέροια κατά τον Νικηφόρο Γρηγορά[xiv].

Δύο από εκδιωχθέντες κατέφυγαν στο Τύρνοβο της Βουλγαρίας, ο Λάζαρος και ο Κύριλλος, ο επονομαζόμενος γυμνόπους. Ο Λάζαρος έγινε Αδαμίτης και εφάρμοζε γυμνισμό. Οργάνωνε συναθροίσεις σε σπίτια και βεβήλωνε τις άγιες εικόνες και τον Τίμιο Σταυρό. Δίδασκε ότι τα όνειρα είναι θεϊκές αποκαλύψεις και ενθάρυνε τους ακόλουθούς του να χωρίζουν και να επιδίδονται σε ασχήμιες. Ο δεύτερος, ο Κύριλλος αναφέρεται στον αντι-βογομιλικό τόμο του Αγίου Όρους.

Το 1350 έγινε σύνοδος στο Τύρνοβο κι εκεί καταδικάστηκαν οι βογομιλικές δοξασίες, ο Λάζαρος, ο Κύριλλος και ο μαθητής του Στέφανος. Ο Λάζαρος μετανόησε κι επέστρεψε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι άλλοι δύο έμειναν μετανόητοι και στιγματίστηκαν με πυρωμένο σίδηρο, κατά διαταγή του τσάρου Ιωάννη Αλεξάνδρου (1331-1371)[xv].

Λίγο νωρίτερα ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μεταβαίνοντας στο Άγιο Όρος, μετά την εκδημία του πατέρα του, στάθμευσε στο Παπίκιο όρος στη Θράκη. Εκεί συνάντησε Μασσαλιανούς μοναχούς, ονομασία συνηθισμένη για τους Βογομίλους. Κατά την διήγηση του αγίου Φιλόθεου Κόκκινου:

«Καί οἱ πρός τῷ γειτνιάζοντι σκηνοῦντες αὐτοῖς ὅρει τά Μαρκιανιστῶν ἤ Μασαλιανῶν ἄνωθεν ἐκ προγόνων νοσοῦντες τῆς Γρηγορίου θαυμαστῆς δηλαδή γλώττης οὐκ ἀγενές γεγόνασι τρόπαιον˙ ὡς γάρ ἥσθοντο κἀκεῖνοι τοῦ ἀνδρός ἐκεῖ παρά τῷ ὅρει καί ταῖς μοναστῶν σκηναῖς γεγονότος, πρῶτα μέν κατά δύο καί τρεῖς ἀπήεσαν πρός ἐκεῖνον, ὁμιλίας χάριν καί διαπείρας˙ ὡς δέ ἔγνωσαν μηδ’ ἵκταρ τό τοῦ λόγου πρός αὐτόν βάλλειν δεδυνημένοι, πρός ἑαυτούς ὑπεχώρουν αὖθις, ἀδυναμίαν μέν ἑαυτοῖς διαλέξεώς τε καί τοῦ σώζοντος λόγου, τοῖς δέ σφῶν αὐτῶν διδασκάλοις τήν διαλεκτικήν δύναμιν καί τό κράτος τῶν περί Θεοῦ λόγων, καί τήν δογματικήν ακρίβειαν ὑπ’ ἀπορίας προσμαρτυρούντες, καί ὡς οὐδ’ ἄν, φησί, δυνηθείης εἰς ὅψιν τε καί λόγους αὐτός ποτ’ ἐκείνοις οὐδέ πρός ὀλίγον ἐλθεῖν. Ἀλλ’ ὁ Γρηγόριος Πνεύματος γεγονώς πλήρης, καί τόν περί Θεοῦ συκοφαντούμενον ζηλοτυπήσας κάλλιστα λόγον, οὐδέ τήν φέρουσαν πρός ἐκείνους ἀπείπεν, ἀλλώ τῶν ἀδελφῶν μεθ’ ἑαυτοῦ λαβών τόν ἕτερον μόνον, σπουδῇ πρός ἐκείνους ἀνήει. Οἶα μέν οὖν καί ὅσα τοῖς ἐξάρχεις τε καί καθηγηταῖς τῆς αἱρέσεως, εἰς διάλογον καταστάς, καί συμμίξας Πνεύματι διείλεκται θείῳ, καί ὡς τά παρ’ ἐκείνων προβλήματα καί ζητήματα δίκην ἀραχνίων ἀμογητί διαλύων ὁμοῦ πάντα, πρός πᾶν τοὐναντίον τά τοῦ ἀγῶνος αὐτοῖς περιέτρεψε, μηδέν ὑγιές μήτ’ αὐτούς μηδοπωσοῦν λέγοντας ἀποδείξας, καί μάτην κατά τῆς Ἐκκλησίας τά μή ὄντα παραληροῦντάς τε καί συμπλάττοντας, λέγειν ἐφεξῆς οὐ τοῦ παρόντος ἄν εἴη καιροῦ καί τοῦ λόγου, μείζονος ἰστορίας ἔργον γε ὄντα[xvi]»

Η θεόπνευστη σοφία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά αποδείχθηκε ακαταγώνιστη. Στην προβαλλόμενη επιχειρηματολογία των Βογομίλων, απαντούσε με αγιογραφικά χωρία, δείχνοντας τις φλυαρίες τους αστοιχείωτες. Όταν αυτοί κατάλαβαν ότι δεν μπορούν ν’ αντιπαρατεθούν μαζί του, προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν, υποτυπώνοντας την επικίνδυνη επίδραση της αίρεσης. Το σχέδιό τους απέτυχε. Και σαν να μην έφτανε η αποτυχία της δολοπλοκίας, πείσθηκαν και οι ίδιοι για την ματαιολογίας τους και επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου μετανόησαν, εξομολογήθηκαν και εντάχθηκαν στην Εκκλησία.

Στο δεύτερο μισό του ΙΔ’ (1365-70) οι βόρειες επαρχίες της Βουλγαρίας κατακτήθηκαν από τους Ούγρους. Μέσω αυτών επιχειρήθηκε η υπαγωγή τους στον Παπισμό. Για τον σκοπό αυτό στάλθηκαν Φραγκισκανοί μοναχοί στην περιοχή, οι οποίοι ανέφεραν την ύπαρξη αμέτρητων Παταρηνών[xvii]. Αυτή είναι και η τελευταία αναφορά σε Βογομίλους στην Βουλγαρία. Ως το 1393 η χώρα κατακτήθηκε από του Οθωμανούς και οι αιρετικοί εξαφανίστηκαν, χωρίς ν’ αφήσουν ίχνη. Πιθανολογείται ότι εξισλαμίστηκαν.


δ. Η βογομιλική Εκκλησία της Βοσνίας.

Την ίδια εποχή (1391) πέθανε ο βασιλιάς της Βοσνίας Στέφανος Tvrtko, έχοντας οδηγήσει το βασίλειό του σε μέρες ακμής. Επί των ημερών του η βογομιλική εκκλησία της Βοσνίας γνώρισε την μεγαλύτερη άνθησή της. Όντας ανάμεσα στους Ορθόδοξους Σέρβους και τους Παπικούς Ούγγρους, ο Στέφανος επέλεξε να κάνει την βογομιλική, επίσημη Εκκλησία του κράτους του. Εις μάτην ο πάπας Ιννικέντιος Δ’ έδωσε εντολή στον παπικό επίσκοπο Βοσνίας να ζητήσει κυβερνητική βοήθεια για την εξάλειψη της αίρεσης[xviii]. Εις μάτην ο πάπας Ουρβάνος Ε’ αφόρισε προκαταβολικά όσους θα έδιναν φιλοξενία στους αιρετικούς[xix]. Εις μάτην ο βασιλιάς της Ουγγαρίας Λουδοβίκος ανάγκασε τον Tvrtko να υποσχεθεί ότι θα εκδιώξει τους Παταρηνούς[xx]. Η εκκλησία της Βοσνίας παρέμεινε βογομιλική για πολιτικούς λόγους.

Αλλά με τον θάνατο του Tvrtko η χώρα περιήλθε σε κατάσταση δυναστικού ανταγωνισμού, με τους Τούρκους προ των πυλών, ήδη από την μάχη του Κόσσοβο το 1389. Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα η Βοσνία έγινε ουγγρική επαρχία. Ο Ούγγρος Σιγισμούνδος, όρισε τον γιο του προηγούμενου βασιλιά, Tvrtko Β’, ως ηγεμόνα της χώρας. Ο τελευταίος δεν κατάφερε να κρατηθεί στη θέση του και ανατράπηκε από τον υποτελή στους Τούρκους ηγεμόνα της Ερζεγοβίνης, Στέφανο Οστόγια. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο γιος του Οστόγιτς παρείχαν πλήρη υποστήριξη και κάλυψη στον Βογομιλισμό. Υπολογίζεται ότι ολόκληρη η Ερζεγοβίνη, όπως και η σημαντική λόγω ύπαρξης μεταλλείων αργύρου, επαρχία της Σρεμπρένιτσα, είχαν αμιγείς βογομιλικούς πληθυσμούς.

Παρά την ανάκτηση της Βοσνίας από τον Tvrtko Β’, δεν έγιναν ιδιαίτερες προσπάθειες για την αντιμετώπιση των Βογομίλων. Η παπική Ουγγαρία είχε στρέψει το ενδιαφέρον της στην αντιμετώπιση των αιρετικών Χουσσίτων. Το 1432 ο πάπας Ευγένιος ο Δ’ έστειλε έναν Φραγκισκανό μοναχό, τον Ιάκωβο της Μπρέσκια, για ν’ ανασυντάξει την οργάνωση των Φραγκισκανών στην Βοσνία. Του παραχωρήθηκε πλήρη εξουσιοδότηση και ο τίτλος του Ιεροεξεταστή[xxi]. Αυτός εργάστηκε επί τετραετία, αλλά η αυστηρότητά του τον έκανε μισητό ακόμη και από την ίδια την αδελφότητά του. Ο Μέγας Μάγιστρος των Φραγκισκανών αναγκάστηκε να του στείλει επιστολή από την Τουλούζη, και να του συστήσει να είναι λιγότερο αυστηρός με τους αδελφούς[xxii]. Ο ζήλος του προσέκρουσε στην απάθεια του βασιλιά Tvrtko και αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Στην πραγματικότητα ο βασιλιάς δεν είχε και πολλές δυνατότητες για να ελέγξει την αίρεση.

Στην Βοσνία είχε πια δημιουργηθεί βογομιλική αριστοκρατία, η οποία, όπως φαίνεται ήλεγχε τις πολιτικές εξελίξεις. Γνωστοί Βογομίλοι αριστοκράτες ήταν ο  Σανδάλ Χράνιτς και ο Βοεβόδας Ράντοσαβ Παύλοβιτς. Το 1443 ο Tvrtko εκτελέστηκε και στην θέση του τοποθετήθηκε ο Βογομίλος Στέφανος Θωμάς, γιος του Στέφανου Όστογιτς. Την επόμενη χρονιά ο Στέφανος Θωμάς, έχοντας λάβει υποσχέσεις από τον πάπα για βοήθεια κατά των Τούρκων, αποκήρυξε την αίρεση και έγινε Παπικός. Χώρισε την Βογομίλα σύζυγό του και παντρεύτηκε την ευγενικής καταγωγής Αικατερίνη, κόρη του Δούκα του Αγ. Σάββα, η οποία επίσης από Βογομίλα έγινε Παπική[xxiii]. Οι κινήσεις αυτές ήταν διπλωματικές. Το βασιλικό ζεύγος δεν σκόπευε να προχωρήσει σε διώξεις των Βογομίλων και επιβολή του Παπισμού στην χώρα. Το 1446 ο πάπας, δια του Ούγγρου Ιωάννη Ουνιάδη προσπάθησε ν’  ασκήσει πίεση στον Στέφανο Θωμά, ώστε να ασχοληθεί πιο ενεργά με το θέμα της αίρεσης. Μόλις το 1450 ο Στέφανος Θωμάς, υπό την προτροπή του παπικού νούντσιο απαγόρευσε την τέλεση των βογομιλικών μυστηρίων[xxiv]. Η κίνηση αυτή δίχασε την χώρα. Οι Βογομίλοι στράφηκαν στους Οθωμανούς για βοήθεια. Από την πλευρά του ο πάπας υπόσχονταν σταυροφορίες, οι οποίες δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ.

Το 1461 ο Στέφανος Θωμάς δολοφονήθηκε από τον γιο του Στέφανο Τομάσεβιτς. Το 1463 ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισέβαλε στην Βοσνία. Το κλειδί για την κατάκτησή της ήταν το φρούριο Μπόμποβατς. Φρούραρχος ήταν κάποιος Ράντακ, ο οποίος είχε αποκηρύξει με την βία τον Βογομιλισμό και είχε γίνει Παπικός. Αυτός δεν έχασε την ευκαιρία. Παρέδωσε το φρούριο στον Μωάμεθ, κάνοντας την υποταγή της Βοσνίας στους Οθωμανούς, θέμα ημερών. Η Ερζεγοβίνη από την πλευρά της όντας περιτειχισμένη από ορεινούς όγκους παρέμεινε ανεξάρτητη για μια εικοσαετία. Μόνο η Ζέτα ή Μοντενέγκρο δεν υπέκυψε στους Τούρκους.

Οι Βογομίλοι αγαλλίασαν με την πτώση των Βαλκανίων στα χέρια των Τούρκων. Δεν γνώριζαν ότι αυτή θα ήταν και η καταστροφή τους. Με διαταγή του Σουλτάνου, μόνο όσοι εξισλαμίζονταν μπορούσαν να κρατήσουν τις περιουσίες και τους τίτλους τους. Οι Βογομίλοι αριστοκράτες της Βοσνίας, απηυδησμένοι από την συμπεριφορά των παπικών απέναντί τους, προτίμησαν τον εξισλαμισμό. Οι απλοί αιρετικοί ακολούθησαν το παράδειγμα των πρώην κυρίων τους.


ε. Τα τελευταία χρόνια.

Στην ελληνική επικράτεια, σε ότι απέμεινε από αυτήν, η τελευταία αναφορά στους Βογομίλους γίνεται μέσα από το εργο του Συμεών Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1411-1429), Διάλογος κατά πασών των αιρέσεων. Στο έργο του κατατάσει τους Βογομίλους μεταξύ των γνωστικών, Σίμωνος του Μάγου και Μάνεντος, ως διαδόχων του δευτέρου. Στο κεφ. ΙΑ’ , Κατά Σίμωνος του μάγου, και Μάνεντος, και κατά των δυσσεβών Βογομύλων, ήτοι Κουδουγέρων, γράφει:

«Καί πλείστοι ἄλλοι τοῖς ἀληθείας ἐχθροί, οἴτινες καί ἀθέως δύο ἀρχάς ἐδογμάτιζον. Ἐξ ὧν καί νῦν εἰσιν οἱ Βογομύλοι, ἀνθρώπια δυσσεβῆ, οἱ καί Κουδούγεροι καλούμενοι. Διό καί ὑμᾶς περί αὐτῶν ἀνάγκη μαθεῖν, ὡς καί πλησίων ὅντων τῇ κατοικίᾳ[xxv]»

Για την ερμηνεία του όρου «Κουδούγεροι» έχουν γίνει κάποιες προτάσεις. Ο Steven Runciman θεωρεί ότι ο Αρχιεπίσκοπος Συμεών τους ονομάζει έτσι από το όνομα κάποιου υποτιθέμενου χωριού, το οποίο θα πρέπει να ήταν το κέντρο τους[xxvi]. Ο D. Obolensky αντιδρά σε αυτήν την ερμηνεία διότι ο Runciman υπονοεί ότι οι Βογομίλοι είχαν εξαλειφθεί από τα Βαλκάνια και είχαν περιοριστεί σε μια μικρή κοινότητα, οπότε θεωρεί την υπόθεση μειωτική και συνάμα προσβλητική κάποιου εθνικιστικού συναισθήματος – προφανώς όχι θρησκευτικού. Για να την ακυρώσει  προχωρά σε μια άλλη, σύμφωνα με την οποία η λέξη έχει κοινή ρίζα με δυο χωριά της Μακεδονίας[xxvii], κάτι που κατά τον ίδιο σημαίνει ότι η αίρεση ακόμη έθαλε, μαζί με την εθνική συνείδηση των Βογομίλων. Με την σειρά του ο Milan Loos ερμηνεύει την λέξη ως παραφθορά της λέξεως «καλογέροι» και την αντιστοιχεί στην λέξη “Bonshommes” των Καθαρών.

Και οι τρεις σφάλλουν διότι αγνοούν την καταγραφή του Λαόνικου Χαλκοκονδύλη στην Απόδειξις Ιστοριών:

«Τούτου δέ τῆς χώρας ἔχεται ἡ τοῦ Στεφάνου τοῦ Σανδάλεω χώρα, Ἰλλυριών τό γένος, καθήκουσα ἐπί θάλασσαν ἐς τό Ἰόνιον παρά […] καλουμένη. τό μέν δη γένος τοῦτο Ἰλλυρικόν ὄν ἀπό παλαιοῦ διέσχισται ἀπό τοῦ λοιποῦ τῶν Ἰλλυριῶν γένους˙ ἤθεσι μέν γάρ καί διαίτῃ τῇ αὐτῇ διαχρῶνται, νόμοις δέ οὐ τοῖς αὐτοῖς.Κουδούγεροι δ’ όνομάζονται σύμπαντες οἱ ἐς την Σανδαλέω χώραν τελοῦντες[xxviii]».

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη, Κουδούγεροι είναι οι Βόσνιοι. Ο Στέφανος Σανδάλ είναι ο Στέφανος Οστόγια, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω και ο Χαλκοκονδύλης ιστορεί την υποχρέωσή του να καταβάλει φόρο υποτέλειας στον σουλτάνο. Συνεπώς, οι Κουδούγεροι που αναφέρει ο Συμεών Θεσσαλονίκης, ήταν οι Βογομίλοι της Βοσνίας, και ούτε ήταν περιορισμένοι σε κάποιο χωριό της περιοχής, όπως πιστέυει ο Runciman -  εξάλλου τα χωριά πέριξ της Θεσσαλονίκης είχαν πέσει στα χέρια των Οθωμανών την εποχή αυτή -, ούτε εκτείνονταν από την Μακεδονία μέχρι τα βόρεια σύνορα των Σκοπίων, όπως πιστεύει ο Obolensky, αλλά ως αποτέλεσμα της τουρκικής επεκτατικότητας είχαν απομείνει μόνο στην Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπως δείξαμε παραπάνω. Σε αυτό συμφωνεί και ο Γεννάδιος Β’ Σχολάριος, πρώτος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως μετά την άλωση. Σε μια επιστολή, την οποία έστειλε στον μοναχό Μάξιμο και τους συνασκουμένους του στο όρος Σινά έγραψε:

«Περί τοῦ ἐπισκόπου τοῦ ἀπό Πόσνας, ἔστιν ὀρθόδοξος˙ Σέρβος γάρ˙ καί ὥσπερ ἐποίησαν διδάσκαλοι τινες λατῖνοι, ὅτε ἀπῆλθον εἰς τό ἄλλο μέρος τῆς Πόσνας, καί ἐποίησαν ἐκεῖ πολλούς ἀπό Κουδουγέρων εἰς τήν ὑποταγήν τῆς Ῥωμαϊκῆς Ἐκκλησίας, οὕτω καί αὐτός ἐφιλοτιμήσατο ἵνα τόν αὐθέντην χερτζέκαν ἐν ἄλλῳ μέρει τῆς Πόσνας καί ὅσους δυνηθῇ ἐκεῖ ποιῆσῃ χριστιανούς εἰς τήν Ἐκκλησίαν ἡμῶν. Εἰθε να ἐποίουν τοῦτο καί τῶν ἡμετέρων τινές˙ ἀλλά ποῦ ζῆλος τοιοῦτος; Ποιεῖ οὖν ἐκεῖ, ὡς μανθάνομεν, καί πολλήν ὠφέλειαν[xxix]»

Στις λίγες αυτές γραμμές ο Γεννάδιος Σχολάριος επιβεβαιώνει τα όσα ειπώθηκαν παραπάνω για τις προσπάθειες των παπικών να μετεστρέψουν τους Βογομίλους στον Παπισμό. Συμπληρώνει ότι ανάλογη προσπάθεια έγινε και από τον ορθόδοξο επίσκοπο της Βοσνίας, ο οποίος ήταν Σέρβος στην καταγωγή. Το «ποιεί εκεί πολλήν ωφέλειαν» σημαίνει ότι η ορθόδοξη ιεραποστολή ήταν επιτυχής, οπότε δεν έγιναν όλοι οι Βογομίλοι Μωαμεθανοί. Μερικοί από αυτούς έγιναν Ορθόδοξοι. Η επιστολή τοποθετείται από τους εκδότες μεταξύ των ετών 1454-1456, εποχή κατά την οποία η Βοσνία-Ερζεγοβίνη ήταν ακόμη ελεύθερη. Τότε βασιλιάς της Βοσνίας ήταν ο Στέφανος Θωμάς, ο «αυθέντης χερτζέκας» της επιστολής. Γι’ αυτόν γράφει ο Γεννάδιος Σχολάριος:

«ὁ δέ αὐθέντης ἐκεῖνος φανερῶς μέν οὐδέν χωρίζεται τελείως τῶν Κουδουγέρων διά τόν περί τῆς ἀρχῆς φόβον καί οἰκονομίᾳ χρώμενος, ἵνα διά τοῦ τοιούτου συγκαλύμματος ἑλκύσῃ τούς ἄλλους τῇ συνεργείᾳ τοῦ ἐπισκόπου˙ ἔστι δέ τῇ διαθέσει χριστιανός ἀπό ὀλίγου καιροῦ˙ διά τοῦτο καί πέμπει εἰς τούς χριστιανούς ἐλεημοσύνας˙ εἰ δέ μή ἦν χριστιανός, οὐκ ἔμελλε ῥίπτειν ματαίως τά χρήματα αὐτοῦ».

Τον αποκαλεί «χερτζέκα» από την γερμανική ονομασία της περιοχής στα νότια της Βοσνίας, της Χουμ ή Ζαχλουμίας, που στα Γερμανικά καλούνταν Herzegovina, ονομασία η οποία επικράτησε σήμερα[xxx]. Κατόπιν τούτων το «πλησίων όντων» του Συμεών Θεσσαλονίκης πρέπει να εκλαμβάνεται σχετικά.

Στο σημείο αυτό τελειώνει και το ιστορικό μέρος της εξέτασης του Βογομιλισμού.

 


[i] Νικήτα Χωνιάτη, Ιστορία ΙΙ.3, ed. I. Bekker, CSHB 35 (1835), 527.10-21

[ii] Thomae Spalatensis, Historia salonitarum pontificum atque spalatensium a S. Domnio usque ad Rogerium §30, ed. F. Racki, Monumenta spectantia Historiam Slavorum meridionalium 26, Zagreb 1894, pp. 79-80.

[iii] Albericus Trium Fontium, Chronicon, Monumenta Germaniae Historiae SS XXIII p.886. Παρόλο που η αποστολή ήταν μυστική, γίνεται δεκτό εκ της αλλαγής της βουλγαρικής πολιτικής έναντι των Βογομίλων και εκ της συμπτώσεως της αλλαγής με τον Αλβιγηνικό Πόλεμο, ότι αφορούσε τους Βογομίλους.

[iv] D. Obolensky, The Bogomils, p. 240.

[v] Κείμενο: Sinodik carja Borila, ed. M. Popruzhenko, Sofia 1928, γαλλική μετάφραση H. C. Puech – A. Vaillant, Le traité contre les Bogomiles de Cosmas le Prêtre, Travaux pubiliés par l’ Institut d’  Études Slaves, Paris 1945,  pp. 343-6.

[vi] J. Gouillard, Un Source greque du synodik de Boril, Travaux et Memoires 4 (1970), pp. 361-374.

[vii] D. Obolensky, The Bogomils, p.236. & S. Runciman, The Medieval Manichee, p. 95.

[viii] S. Runciman, ο.π.

[ix] A. Theiner, Vetera monumenta historica Hungariam sacram illustrantia, Romae 1859, t. 1 p. 160: “Perfidus… Assanus… receptat in terra sua hereticos et defensat, quibus tota terra ipsa infecta dicitur et replete”.

[x] «Γερμανοῦ τοῦ ἁγιωτάτου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ἐπιστολή σταλεῖσα ἐν τῇ νήσῳ Κύπρῳ παρά τε αὐτοῦ καί τῆς ἱερᾶς συνόδου, ἀρχιερατεύοντος ἐν τῇ αὐτῇ νήσῳ τοῦ κυροῦ Νεοφύτου, καί ἀναγκαζομένου παρά Λατίνων ὑποταγῆναι αὐτῆς» , PG 140.601 κ.ε. & Κ. Σαθά, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Βενετία 1873, τ.Β’ σσ. 5-14

«Τοῦ αὐτοῦ ἁγιωτάτου κυροῦ Γερμανοῦ ἐπιστολή δευτέρα προς Κυπρίους», PG 140.613 κ.ε & Κ. Σαθά, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τ. Β’ σσ. 14-19.

Επιστολή στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Πέτρας στην Κωνσταντινούπολη, εκδ. G. Gill, An unpublished letter of Germanus, Patriarch of Constantinople (1222-1240), εν Byzantion 44 (1974), pp. 138-151.

[xi] «Τοῦ αὐτοῦ ἐπιστολή μετά τήν χειροτονία, ἡνίκα καί ἄκοντι εἰς τόν θρόνον πρός τόν ἐν Κωνσταντινοπόλει λαόν», εκδ. Σπ. Λαγοπάτη, Τρίπολη 1913,  σελ. 351.

[xii] «Εἰς τήν ὕψωσιν του τιμίου Σατυροῦ καί κατά Βογομίλων», PG 140.621 κ.ε

«Εἰς τήν πρώτην Κυριακήν τῶν νηστειῶν καί εἰς τήν τῶν ἁγίων καί σεπτῶν εἰκόνων ἀναστήλωσιν», PG 140.660 κ.ε.

«Ὁμιλία τρίτη περί τῆς ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας καί κατά Βογομίλων», εκδ. Σπ. Λαγοπάτη, σελ. 231 κ.ε.

[xiii] Ed. V. I. Zlatarski, Sbornik za narodni umotvorenija nauka I knizhnina 20, Sofia 1904, pp. 1-44. Αγγλική μετάφραση Y. Stoyanov, The hidden tradition in Europe, London 1994.

[xiv] Νικ. Γρηγορά, Ρωμαϊκή Ιστορία XIV.7, ed. L. Schopen, CSHB 26 (1830), II 719.23: «οἵ δη καί πρός πόλεις μετεῤῥηυήκεσαν Θεσσαλονίκην καί Βέῤῥοιαν, καί ἥ κατά πασῶν καί ἅπαν ἔσχε τό κράτος»

[xv] Y. Stoyanov, ο.π. σελ. 458.

[xvi]Φιλόθεου, Λόγος εγκωμιαστικός εις τον εν αγίοις πατέρα ημών Γρηγόριον Αρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης τον Παλαμάν κεφ. 3.2-4 , PG 151.562D-563B.

«Έπειτα καί οι κατοικούντες στο γειτονικό τους βουνό μοναχοί, που εξ αρχής από τους απογόνους των είχαν τήν ασθένειαν των Μαρκιανιστών καί Μασσαλιανών, έγιναν σπουδαίο τρόπαιο της γλώσσα του Γρηγορίου.

Πραγματικά, μόλις αντιλήφθηκαν κι εκείνοι την παρουσία του ανδρός στο όρος και στη σκήτη των μοναστών, αρχικά επήγαιναν σ’ αυτόν ανά σύο ή τρεις για συζήτησι καί αναγνώρισι. Όταν όμως εκατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν ούτε καν να τον πλησιάσουν, υποχωρούσαν πάλι στα καταλύματά τους, αποδίδοντας από αμηχανία στους εαυτούς των μεν αδυναμία στην διαλεκτική και τον σωτηριώδη λόγο, στους διδασκάλους των δε διαλεκτική δύναμι, κατοχή της θεολογίας και δογματική ακρίβεια˙  προς αυτούς, λέγει, δεν μπορείς εσύ ούτε για λίγο ν’ ατενίσης ή να συζητησης. Αλλά ο Γρηγόριος, γεμάτος Πνεύμα και ζήλο ένθεο για τον συκοφαντημένο λόγο περί του Θεού, δεν εδίστασε ν’ αναλάβη τον δρόμο που οδηγεί ρπος εκείνους, αλλ’ ανέβηκε βιαστικά προς αυτούς παίρνοντας μαζί του ένα μόνο από τους αδελφούς του.

Εκεί λοιπόν ήλθε σ’ έπαφη και διάλογο με τους προϊσταμένους και καθηγητάς της αιρέσεως, και με την φώτησι του θείου Πνέυματος ανέπτυξε αξιόλογες απόψεις˙ λύοντας ανέτως σαν ιστούς αράχνης όλα τα τιθέμενα από εκείνους ζητήματα, μετέστρεψε εντελώς σε βάρος τους τον αγώνα, διότι απέδειξε ότι αυτοί δεν λέγουν απολύτως τίποτε ορθό και ότι ματαίως παραληρούν και κατασκευάζουν ανύπαρκτα πράγματα κατά της εκκλησίας. Αλλά δεν είναι του παρόντος καιρού και λόγου να διηγηθώ με τη σειρά αυτά τα πράγματα, διότι είναι έργο μεγαλυτέρας ιστορίας» ( Μετ. Π. Χρηστου, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 67-9).

[xvii] M. Loos, Dualist Heresy in the Middle Ages, p. 334.

[xviii] Επιστολή 327 (1360), Monumenta Slavica Meridionalium, ed. Theiner, vol. 1 p. 240

[xix] Επιστολή 366 (1369), Monumenta Slavica Meridionalium, ed. THeiner, vol. 1 p. 265

[xx] Acta Bosnae, no CLXXXIV, p.3

[xxi] Steven Runciman, The Medieval Manichee, p. 112.

[xxii] Acta Bosnae, no DCCLXIX, p.168.

[xxiii] Monumenta Slavorum Meridionalium, ed. Theiner,  vol. 1 p. 388

[xxiv] Monumenta Hungarica, ed. Theiner, vol. II pp. 255-6.

[xxv] PG 155,65D.

[xxvi] St. Runciman, The Medieval Manichee, p. 97. Βλ. σημ. 22

[xxvii] Τα δύο χωριά που αναφέρει είναι το Kotugertsi στα σημερινά Σκόπια, και το Kotugeri στα Βοδενά. The Bogomils, p.97.

[xxviii] Λαόνικου Χαλκοκονδύλη, Απόδειξις Ιστοριών V, ed. B. G. Niebhur, CSHB 10 (1843), 248-9.

[xxix] Γεννάδιου Σχολάριου, Τῷ τιμιωτάτῳ ἐν μοναχοὶς κῦρ Μαξίμῳ, τῷ κατά κόσμον Σοφιανῷ, καί πᾶσι τοῖς ἐνασκουμένοις τῇ ἁγίᾳ μονῇ τοῦ Σινᾶ ὁσιωτάτοις ἱερομονάχοις καί μοναχοῖς, ed. L. Petit, X. Sideridès, M. Jugie, Paris 1935, t.IV p. 200.

[xxx] St. Runciman, The Medieval Manichee, p. 100.







Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Powered by active³ CMS - 26/4/2024 12:49:14 μμ