ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[:Α' Κορ.15,1-11]

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Γνωρίζω δ μν, δελφο, τ εαγγλιον εηγγελισμην μν, κα παρελβετε, ν κα στκατε δι᾿ ο κα σζεσθε, τνι λγ εηγγελισμην μν ε κατχετε, κτς ε μ εκ πιστεσατε (:Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί, το Ευαγγέλιο που σας δίδαξα, το οποίο και παραλάβατε και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε. Με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε. Λησμονήσατε όμως, μία ουσιώδη αλήθεια του Ευαγγελίου μου αυτού)»[Α΄Κορ.15,1-2].

Αφού ολοκλήρωσε τον λόγο για τα πνευματικά χαρίσματα, έρχεται σε αυτό που είναι το πιο αναγκαίο από όλα, την διδασκαλία για την ανάσταση, καθόσον η πίστη τους σε αυτό ήταν πολύ ασθενής. Και όπως ακριβώς στα σώματα, όταν ο πυρετός προσβάλει τα στερεά, δηλαδή τα νεύρα και τις φλέβες και τα πρώτα στοιχεία που τα συνθέτουν, τότε το κακό γίνεται αθεράπευτο, εάν δεν τύχουν πολλής περιποιήσεως, έτσι λοιπόν υπήρχε κίνδυνος να γίνει και τότε· διότι το κακό βάδιζε ήδη εναντίον των στοιχείων της ευσέβειας. Για τον λόγο αυτόν και καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια ο Παύλος.

Το θέμα βέβαια γι’ αυτόν δεν ήταν για τον τρόπο ζωής, ούτε ότι ο μεν πόρνευε, ο δε ήταν πλεονέκτης, ο άλλος κάλυπτε την κεφαλή, αλλά γι΄αυτό το αποκορύφωμα των αγαθών· καθόσον διαφωνούσαν γι' αυτήν την ίδια την ανάσταση· διότι επειδή αυτή είναι όλη μας η ελπίδα, προς αυτό έπληττε με δύναμη ο διάβολος, και άλλοτε μεν τελείως εξάλειφε την πίστη σε αυτήν, άλλοτε πάλι έλεγε ότι ήδη έγινε αυτό, πράγμα για το οποίο γράφοντας στον Τιμόθεο ο Παύλος ονομάζει «γάγγραινα» την πονηρή αυτή δοξασία και στιγμάτιζε αυτούς που εισήγαν αυτόν, με τους λόγους: «Κα λγος ατν ς γγγραινα νομν ξει· ν στιν Υμναιος κα Φιλητς, οτινες περ τν λθειαν στχησαν, λγοντες τν νστασιν δη γεγονναι, κα νατρπουσι τν τινων πστιν(:Και η διδασκαλία τους θα εξαπλωθεί σαν γάγγραινα. Δύο μάλιστα από αυτούς τους ψευδοδιδασκάλους είναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός. Αυτοί αστόχησαν και απομακρύνθηκαν από την αλήθεια λέγοντας ότι έχει γίνει πλέον η ανάσταση των νεκρών, κι έτσι ανατρέπουν και γκρεμίζουν την πίστη μερικών)» [Β΄Τιμ. 2,17-18]. Και άλλοτε λοιπόν αυτό έλεγαν, άλλοτε πάλι ότι το σώμα δεν ανασταίνεται, αλλά ότι ανάσταση είναι η κάθαρση της ψυχής.

Αυτά λοιπόν τους έπειθε να τα λέγουν εκείνος ο πονηρός δαίμονας, καθόσον ήθελε όχι μόνο να καταργήσει την πίστη στην ανάσταση, αλλά και να δείξει ότι όλα όσα έγιναν προς χάριν μας από τον Χριστό είναι μύθος· διότι, εάν πίστευαν ότι δεν υπάρχει ανάσταση των σωμάτων, λίγο λίγο θα τους έπειθε ότι ούτε ο Χριστός αναστήθηκε· από αυτό δε καθώς θα προχωρούσε σε αυτήν την οδό, θα εισήγε και την πλάνη ότι ούτε ήλθε στη γη, ούτε έκανε όσα έκανε. Τέτοια είναι λοιπόν η κακουργία του διαβόλου. Γι΄αυτό και ονομάζει αυτή «μεθοδεία» ο Παύλος, διότι δεν δείχνει ευθέως αυτό που θέλει να κάνει, ώστε να μη φανερωθεί, αλλά, αφού περιβληθεί με άλλο προσωπείο, άλλα μηχανεύεται, και όπως όταν εχθρός και κακούργος προσβάλει πόλη και τα τείχη σκάβει κρυφά από κάτω, ώστε δύσκολα να μπορεί να φυλαχθεί αυτή και να κατορθώσει αυτό που θέλει.

Για τον λόγο αυτόν, επειδή έβρισκε τις παγίδες του και έπιανε τις πονηρές του ενέδρες ο θαυμαστός αυτός και μεγάλος άνδρας, έλεγε: «Ο γρ ατο τ νοματα γνοομεν (:διότι δεν αγνοούμε τις δόλιες επινοήσεις του)»[Β΄Κορ.2,11]. Καθόσον και εδώ ανακαλύπτει ολόκληρη την απάτη του και δείχνει όλα τα πονηρά του σχέδια και προβάλλει όλα όσα θέλει να κάνει, αφού προσβάλλει όλα με πολλή ακρίβεια. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν και έθεσε τελευταίο αυτό το κεφάλαιο, επειδή και πάρα πολύ αναγκαίο ήταν και συγκρατεί όλη την πίστη μας.

Και πρόσεχε σύνεση. Αφού ασφάλισε πρώτα τους πιστούς της εκκλησίας, τότε προχωρεί και περαιτέρω στον λόγο και αποστομώνει τελείως και αυτούς που προσβάλλουν από έξω. Και ασφαλίζει τους δικούς του όχι με συλλογισμούς, αλλά με αυτά που ήδη έγιναν και τα οποία αυτοί παραδέχτηκαν και πίστεψαν ότι έγιναν, πράγμα που προκαλούσε πολλή ντροπή και ήταν ικανό να τους συγκρατήσει· διότι εάν ήθελαν μετά από αυτά να απιστήσουν, θα απιστούσαν πλέον όχι στον Παύλο, αλλά στους εαυτούς τους, πράγμα που ήταν κατηγορία για εκείνους που παραδέχτηκαν την πρώτη φορά και πίστεψαν. Γι΄αυτό λοιπόν και αρχίζει από εδώ, για να δείξει ότι δεν χρειάζεται άλλους μάρτυρες για το ότι λέγει την αλήθεια, αλλά ότι αυτοί οι ίδιοι που εξαπατήθηκαν, είναι μάρτυρες.

Για να γίνει όμως σαφέστερο αυτό που λέω, είναι ανάγκη πλέον να ακούσουμε αυτούς τους λόγους. Ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; «Γνωρίζω δ μν, δελφο(:Σας γνωστοποιώ λοιπόν, αδελφοί)», λέγει, «τ εαγγλιον εηγγελισμην μν(:το Ευαγγέλιο που σας δίδαξα)»[Α΄Κορ.15,1]. Είδες με πόση επιείκεια; Είδες πως από την αρχή έδειξε ότι δεν εισάγει τίποτε νέο, ούτε ξένο; Διότι αυτός που υπενθυμίζει αυτό που ήδη γνωρίστηκε και ύστερα λησμονήθηκε, το ίδιο γνωρίζει αφού το υπενθυμίσει πάλι.

Επίσης με το να τους ονομάσει αδελφούς έδωσε προκαταβολικά και από αυτό όχι μικρή απόδειξη γι΄αυτό· διότι από πουθενά αλλού δεν γίναμε αδελφοί, παρά από τη σωτηριώδη ένσαρκο οικονομία του Χριστού. Για τον λόγο αυτόν βέβαια και τους ονόμασε έτσι, αφενός μεν για να τους καταπραΰνει και να τους περιποιηθεί, αφετέρου δε για να τους υπενθυμίσει τα άπειρα αγαθά.

Και εκείνο που ακολουθεί πάλι μετά από αυτό αποδεικνύει το ίδιο το πράγμα. Ποιο λοιπόν είναι αυτό; Το ευαγγέλιο· διότι το περιεχόμενο των ευαγγελίων εδώ έχει την αρχή, στο ότι δηλαδή ο Θεός έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Αυτό το χαρμόσυνο άγγελμα έφερε και ο Γαβριήλ στην Παρθένο, αυτό και οι προφήτες στην οικουμένη, αυτό και οι απόστολοι όλοι· «δι᾿ ο κα σζεσθε, τνι λγ εηγγελισμην μν ε κατχετε, κτς ε μ εκ πιστεσατε(:με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε. Λησμονήσατε όμως, μία ουσιώδη αλήθεια του Ευαγγελίου μου αυτού)»[Β΄Κορ.15,2]. Είδες πώς καλεί αυτούς τους ίδιους μάρτυρες αυτών που ελέχθησαν; Και δεν λέγει «αυτό που ακούσατε», αλλά «αυτό που παραλάβατε», σαν να απαιτεί κάποια παρακαταθήκη από αυτούς και φανερώνει ότι όχι μόνο με λόγο, αλλά και με έργα και σημεία και θαύματα παρέλαβαν αυτό και για να το κρατούν με ασφάλεια.

Στην συνέχεια, επειδή ομιλούσε για τα παλαιά, έστρεψε την προσοχή και στον παρόντα χρόνο όταν είπε: «ν κα στκατε (:και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε)», για να τους προκαταλάβει, ώστε να μην μπορούν, και αν ακόμη θελήσουν πολύ, να αρνηθούν. Γι΄αυτό και στην αρχή δεν είπε: «Σας διδάσκω», αλλά: «Σας υπενθυμίζω», αυτό δηλαδή που ήδη γνωρίσατε.

Και πώς αυτούς που κλονίζονται λέγει ότι στέκονται; Προσποιείται άγνοια για το συμφέρον τους, πράγμα που κάνει και στους Γαλάτες, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο. Επειδή δηλαδή δεν ήταν δυνατόν να προσποιηθεί άγνοια εκεί, πραγματεύεται τον λόγο με άλλο τρόπο και λέει: «γ πποιθα ες μς ν Κυρίῳ τι οδν λλο φρονσετε (:Εγώ έχω σε σας την πεποίθηση που εμπνέει η σχέση και η κοινωνία μου με το Κύριο, ότι δεν θα δεχθείτε άλλο φρόνημα, αλλά το φρόνημα της αληθείας που διδαχτήκατε)» [Γαλ.5,10]. Δεν είπε ότι «δεν σχηματίσατε άλλη γνώμη», επειδή το παράπτωμά τους είχε ομολογηθεί και ήταν καταφανές, αλλά εγγυάται για το μέλλον· αν και βέβαια και αυτό ήταν αβέβαιο· αλλά για να τους προσελκύσει περισσότερο.

Εδώ όμως επιπλέον και προσποιείται ότι αγνοεί, λέγοντας: «στο οποίο και στέκεστε». Ύστερα δείχνει την ωφέλεια· «δι᾿ ο κα σζεσθε, τνι λγ εηγγελισμην μν ε κατχετε(:με αυτό και θα σωθείτε, εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα)». Ώστε αυτή η διδασκαλία που γίνεται τώρα αποσκοπεί στο να διασαφηνίσει και να ερμηνεύσει αυτά. «Δεν χρειάζεστε δηλαδή να διδαχτείτε αυτήν την πίστη», λέγει, «αλλά να τη θυμηθείτε και να διορθωθείτε».

Αυτά επίσης τα λέγει για να μην τους αφήσει να γίνουν τελείως αναίσχυντοι. Και τι σημαίνει η πρόταση «όπως εγώ σας κήρυξα»; «Με ποιο τρόπο σας είπα», λέγει, «ότι θα γίνει η ανάσταση· διότι για το ότι μεν υπάρχει ανάσταση, δεν θα μπορούσα να πω ότι αμφιβάλλετε· ίσως όμως ζητείτε να μάθετε σαφέστερα αυτό που ειπώθηκε. Αυτό λοιπόν και θα κάνω· διότι γνωρίζω σαφώς ότι κρατείτε την πίστη σε αυτό το δόγμα».

Στην συνέχεια, επειδή ρητώς έλεγε: «ν κα στκατε (:το οποίο και παραλάβατε και στο οποίο μένετε αμετακίνητοι από τότε)», για να μην τους κάνει και ραθυμήσουν περισσότερο με αυτό, τους φοβίζει πάλι με τα λόγια: «ε κατχετε, κτς ε μ εκ πιστεσατε(:εάν το κρατάτε στερεά, όπως εγώ σας το κήρυξα· εκτός αν μάταια και χωρίς λόγο πιστέψατε)»· για να δείξει ότι η πληγή βρίσκεται στην ουσία και ότι ο αγώνας γίνεται όχι για τυχόντα πράγματα, αλλά για ολόκληρη την πίστη.

Και τώρα μεν λέγει αυτό σε χαμηλό τόνο, αλλά καθώς προχωρεί και θερμαίνεται, με γυμνή πλέον την κεφαλή φωνάζει και λέει: «Ε δ Χριστς οκ γήγερται, κενν ρα τ κήρυγμα μν, κεν δ κα πίστις μν(:Εάν όμως ο Χριστός δεν αναστήθηκε, είναι χωρίς πραγματικό περιεχόμενο και χωρίς νόημα το κήρυγμά μας, αλλά και η πίστη σας είναι κούφια και χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο· αφού και το κήρυγμά μας και η πίστη σας έχει θεμέλιο και βάση την Ανάσταση του Χριστού)»[Α΄Κορ.15,14]. Αλλά στο προοίμιο δεν λέει έτσι διότι έτσι ήταν ωφέλιμο να μιλήσει, με ηρεμία και να προχωρεί προοδευτικά.

 «Παρδωκα γρ μν ν πρτοις κα παρλαβον(:με την προφορική μου δηλαδή διδασκαλία σάς παρέδωσα πρώτα εκείνο που κι εγώ παρέλαβα)». Δεν λέει ούτε εδώ ότι «σας είπα», ούτε ότι «σας δίδαξα», αλλά χρησιμοποιεί την ίδια λέξη πάλι και λέει: «σας παρέδωσα». Και έτσι δύο πράγματα αποδεικνύει, και ότι τίποτε δεν εισάγει επιπροσθέτως, και ότι γνώρισαν αυτά με έμπρακτη απόδειξη και όχι μόνο με θεωρητικά λόγια. Και για να κάνει σταδιακά αξιόπιστο τον λόγο, ανάγει το παν στον Χριστό και δείχνει ότι κανένα από αυτά τα δόγματα δεν είναι ανθρώπινο.

«Και τι σημαίνει: ‘’Παρδωκα γρ μν ν πρτοις’’, θα πει  κάποιος. Από την αρχή, όχι τώρα. Και τα λέγει σαν να φέρει μάρτυρα και τον χρόνο και διότι ήταν μέγιστη ντροπή αφού πίστεψαν για τόσο χρόνο, τώρα να αλλάζουν πίστη· και όχι μόνο αυτό, αλλά διότι ήταν και απαραίτητη η πίστη σε αυτό το δόγμα· γι΄αυτό και παραδόθηκε εξαρχής και αμέσως από την πρώτη στιγμή. Και τι παρέδωσες; Πες μου. Δεν λέει όμως αμέσως αυτό, αλλά πρώτα λέει ότι παρέλαβαν.

Και τι παρέλαβες; «τι Χριστς πθανεν πρ τν μαρτιν μν (:ότι δηλαδή ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας)». Δεν είπε αμέσως ότι θα αναστηθούν τα σώματα, αλλά αυτό ακριβώς προετοιμάζει, από μακριά όμως και με άλλα θέματα, λέγοντας ότι ο Χριστός πέθανε και αφού έθεσε από πριν κάποια μεγάλη βάση και θεμέλιο ακλόνητο τον λόγο για την ανάσταση· διότι δεν είπε απλά ότι πέθανε ο Χριστός, αν και αυτό ήταν αρκετό για να δηλώσει την ανάσταση, αλλά πρόσθεσε και ότι ο Χριστός πέθανε για τις αμαρτίες μας.

Αξίζει όμως πρώτα να ακούσουμε τι λένε εδώ αυτοί που προσβλήθηκαν από τη νόσο των Μανιχαίων και που είναι εχθροί της αλήθειας και πολεμούν την ίδια τη σωτηρία τους. Τι λένε λοιπόν αυτοί; «Θάνατο, εδώ», λένε, «τίποτε άλλο δεν ονομάζει ο Παύλος παρά το να πέσει κανείς σε αμαρτία, και ανάσταση το να απαλλαγεί από τις αμαρτίες». Είδες ότι τίποτε δεν είναι ασθενέστερο από την πλάνη; Και πως από τα ίδια τα φτερά της αιχμαλωτίζεται και δεν χρειάζεται να την πολεμήσει κανείς απέξω, αλλά διασκορπίζεται από μόνη της; Πρόσεχε λοιπόν πώς προσπαθούσαν και αυτοί να διαφθείρουν τους εαυτούς τους με όσα είπαν· διότι εάν αυτό είναι θάνατος και σώμα δεν ανέλαβε κατά τη γνώμη σας ο Χριστός, πέθανε όμως, τότε κατά τα λεγόμενά σας, αμάρτησε ο Χριστός. Εγώ όμως όταν λέω ότι ανέλαβε σώμα, λέω και ότι κατά σάρκα πέθανε, ενώ εσύ με το να αρνείσαι αυτό, θα αναγκαστείς να πεις αυτό που ανέφερα πριν. Εάν όμως αμάρτησε ο Χριστός, πώς λέει: «Τίς ξ μν λέγχει με περ μαρτίας;(: Ποιος από σας, εξετάζοντας και ελέγχοντας τη ζωή μου, μπορεί να αποδείξει ότι έχω κάνει έστω και την παραμικρή αμαρτία; Κανείς)»[Ιω.8,46]· και: «ρχεται γρ το κόσμου ρχων, κα ν μο οκ χει οδέν(:Έρχεται ο σατανάς, που εξουσιάζει τον κόσμο που βρίσκεται μακριά από τον Θεό˙ κι έρχεται για να πραγματοποιήσει την τελευταία και βιαιότερη επίθεσή του εναντίον μου. Αλλά δεν θα βρει σε μένα τίποτε το δικό του, το οποίο θα του δίνει κάποια εξουσία ή κάποιο δικαίωμα επάνω μου)»[Ιω.14,30];  Και πάλι: «Πρέπον στν μν πληρσαι πσαν δικαιοσύνην(:Πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού)» [Ματθ.3,15];

Πώς λοιπόν πέθανε μόνο υπέρ των αμαρτωλών, εάν Αυτός βρισκόταν σε αμαρτία; Διότι αυτός που αποθνήσκει υπέρ αμαρτωλών, πρέπει ο ίδιος να είναι αναμάρτητος· καθόσον εάν αμαρτήσει και αυτός, πώς θα πεθάνει για άλλους αμαρτωλούς; Εάν λοιπόν πέθανε υπέρ αμαρτιών άλλων, πέθανε αναμάρτητος. Εάν πάλι πέθανε αναμάρτητος, δεν πέθανε τον θάνατο της αμαρτίας, διότι πώς ήταν δυνατόν αφού είναι αναμάρτητος; Αλλά πέθανε τον θάνατο του σώματος. Εάν όμως απέθανε τον θάνατο του σώματος, τότε και η ανάστασή Του είναι ανάσταση του σώματος. Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος δεν είπε απλώς: «πέθανε», αλλά πρόσθεσε: «για τις αμαρτίες μας»· και για να τους βάλει και χωρίς να θέλουν να ομολογήσουν τον σωματικό θάνατο, και για να δείξει με αυτό ότι και πριν από τον θάνατο ήταν αναμάρτητος· διότι είναι επόμενο ότι αυτός που αποθνήσκει για αμαρτίες άλλων είναι αναμάρτητος.

Και ούτε σε αυτό αρκέστηκε, αλλά πρόσθεσε: «κατ τς γραφς(:σύμφωνα με όσα προφητεύτηκαν στις Γραφές)»· ώστε και με αυτό και αξιόπιστο κάνει πάλι τον λόγο, και δηλώνει ποιο θάνατο έλεγε· διότι και οι Γραφές τον θάνατο του σώματος κηρύττουν παντού. Διότι λέγει: «ρυξαν χεράς μου κα πόδας(:Διατρύπησαν τα χέρια και τα πόδια μου)»[Ψαλμ.21,17]· και: «Κα πιβλέψονται πρός με νθ᾿ ν κατωρχήσαντο κα κόψονται π᾿ ατν κοπετόν, ς π᾿ γαπητ, κα δυνηθήσονται δύνην ς π τ πρωτοτόκ(:Και θα στρέψουν τα βλέμματά τους προς Εμένα, τον Οποίο ύβρισαν, περιφρόνησαν και χλεύασαν, και θα θρηνήσουν για Εκείνον, όπως θρηνούν και οδύρονται με κλαυθμούς και μοιρολόγια για τον θάνατο αγαπητού υιού. Θα θρηνήσουν με οδύνη κατεξοχήν μεγάλη, όμοια με εκείνη που δοκιμάζουν για τον θάνατο πρωτότοκου υιού)» [Ζαχ.12,10].

Και πολλά άλλα, για να μην λέμε όλα και το καθένα ιδιαιτέρως, άλλα μεν με λόγια, και άλλα με προτυπώσεις είναι δυνατό να δούμε να βρίσκονται στη Γραφή αυτά που δηλώνουν τη σφαγή της σαρκός και ότι σφαγιάστηκε για τις αμαρτίες μας. Διότι «π τν νομιν το λαο μου(:εξαιτίας των αμαρτιών του λαού μου», λέγει, «χθη ες θάνατον οδηγήθηκε σε θάνατο)»[Ησ.53,8] και: «Κα Κύριος παρέδωκεν ατν τας μαρτίαις μν(:ο Κύριος τον παρέδωσε σε παθήματα και θάνατο για τις αμαρτίες μας)» [Ησ. 53,6]  και : «Ατς δ τραυματίσθη δι τς μαρτίας μν κα μεμαλάκισται δι τς νομίας μν (:Αυτός όμως υπέμεινε πληγές για τις αμαρτίες μας και ταλαιπωρήθηκε για τις ανομίες μας)» [Ησ.53,5].

Εάν όμως δεν πείθεσαι στην Παλαιά Διαθήκη, άκουσε τον Ιωάννη που φωνάζει και φανερώνει και τα δύο, και την σφαγή του σώματος και την αιτία· διότι: «δε μνς το Θεο αρων τν μαρτίαν το κόσμου(:Να Eκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιαστεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία Tου ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει)» [Ιω.1,29], λέγει· και τον Παύλο που λέει: «Τν γρ μ γνόντα μαρτίαν πρ μν μαρτίαν ποίησεν, να μες γενώμεθα δικαιοσύνη Θεο ν ατ(:Είναι εύκολο να συμφιλιωθείτε, διότι τον Χριστό, ο Οποίος δεν γνώρισε εκ πείρας αμαρτία, Τον άφησε ο Θεός να κατακριθεί ως αμαρτωλός για χάρη μας, για να γίνουμε εμείς δικαιοσύνη Θεού μέσω της ενώσεώς μας με Αυτόν)» [Β΄Κορ.5,21] · και πάλι: «Χριστς μς ξηγρασεν κ τς κατρας το νμου γενμενος πρ μν κατρα· γγραπται γρ· πικατρατος πς κρεμμενος π ξλου(:Ο Χριστός μας εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, και ως λύτρα για την εξαγορά μας αυτή κατέβαλε το ότι έγινε για χάρη δική μας καταραμένος. Και έγινε καταραμένος, διότι κρεμάστηκε στον σταυρό· διότι είναι γραμμένο: Καταραμένος να είναι καθένας που κρέμεται και πεθαίνει επάνω στο ξύλο)» [Γαλ. 3,13] · και πάλι: «πεκδυσμενος τς ρχς κα τς ξουσας δειγμτισεν ν παρρησίᾳ, θριαμβεσας ατος ν ατ(:Εκεί στον σταυρό έγδυσε τις πονηρές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπευσε, τις καταντρόπιασε φανερά μπροστά σε όλον τον πνευματικό κόσμο και έσυρε τους δαίμονες νικημένους με θριαμβευτική πομπή. Και το πραγματοποίησε αυτό με τον σταυρό Του, ο οποίος έγινε για τον Χριστό θριαμβευτικό άρμα νικητή)» [Κολ. 2,15] · και πάρα πολλά άλλα που δηλώνουν αυτά που έγιναν κατά τη σφαγή του σώματος για τις αμαρτίες μας.

Αλλά και ο ίδιος λέγει: «Κα πρ ατν γ γιάζω μαυτόν, να κα ατο σιν γιασμένοι ν ληθεί(:Και για χάρη τους εγώ αφιέρωσα τη ζωή μου ολόκληρη σε σένα και προσφέρω και τώρα τον εαυτό μου ως θύμα και ιερό σφάγιο, για να είναι κι αυτοί αγιασμένοι με τη συμμετοχή τους στη θυσία μου αυτή, αφού πρώτα εγκολπωθούν τον λόγο της αλήθειας)» [Ιω.17,19] · και « ρχων το κόσμου τούτου κέκριται(:Ο άρχοντας του αμαρτωλού αυτού κόσμου, δηλαδή ο σατανάς, είναι ήδη καταδικασμένος με τον θάνατό μου και έχασε για πάντα την εξουσία του)» [Ιω.16, 11], και έτσι κάνει φανερό ότι σφαγιάστηκε χωρίς να έχει αμαρτία.

«Κα τι τφη(:και ότι ενταφιάστηκε)». Και αυτό επίσης το αποδεικνύει με τα προηγούμενα· διότι αυτό που θάπτεται, οπωσδήποτε είναι σώμα. Και εδώ δεν προσθέτει: «σύμφωνα με τις Γραφές». Βέβαια αναφέρεται μεν, αλλά δεν προσθέτει. Για ποιον λόγο; Ή διότι ο τάφος ήταν σε όλους γνωστός και τότε και τώρα ή ότι ετέθη και γι΄αυτό το «σύμφωνα με τις Γραφές». Γιατί λοιπόν εδώ προσθέτει: «σύμφωνα με τις Γραφές» και « τι γγερται τ τρτη μρ κατ τς γραφς (:την τρίτη ημέρα αναστήθηκε σύμφωνα με τις Γραφές)»[Α΄Κορ.15,4] και δεν αρκείται στο προηγούμενο που ειπώθηκε κοινώς για όλα; Διότι και αυτό ήταν άγνωστο στους πολλούς. Γι’ αυτόν τον λόγο και εδώ αναφέρει τις Γραφές κατόπιν εμπνεύσεως, αφού κατανόησε αυτό το σοφό και θεϊκό νόημα.

Πώς λοιπόν κάνει το ίδιο και για τον θάνατο του Χριστού; Καθόσον και εκεί ο μεν σταυρός ήταν καταφανής σε όλους και σταυρωνόταν ενώπιον όλων, η αιτία όμως δεν ήταν γνωστή· διότι το ότι πέθανε μεν, το γνώριζαν όλοι, το ότι όμως έπαθε αυτό για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, καθόλου δεν το γνώριζαν οι πολλοί αυτό. Γι΄αυτό αναφέρει μαρτυρία από τις Γραφές.

Όμως αυτό αποδείχτηκε επαρκώς με όσα ειπώθηκαν σε μας. Πού λένε όμως οι Γραφές ότι ενταφιάστηκε και ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα; Με προτύπωση τον Ιωνά, τον οποίο και ο Ίδιος ο Χριστός αναφέρει όταν λέγει: «σπερ γρ γένετο ωνς προφήτης ν τ κοιλί το κήτους τρες μέρας κα τρες νύκτας, οτως σται κα υἱὸς το νθρώπου ν τ καρδί τς γς τρες μέρας κα τρες νύκτας(:Όπως δηλαδή τότε ο Ιωνάς ήταν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες μέσα στη κοιλιά του κήτους, έτσι θα είναι και ο υιός του ανθρώπου μέσα στον τάφο και τα βάθη της γης επί τρία μερόνυχτα)» [Ματθ.12,40].

Με την βάτο στην έρημο. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνη φλεγόταν και δεν καιγόταν, έτσι και το σώμα εκείνο πέθανε μεν, αλλά δεν κρατήθηκε από τον θάνατο αιώνια. Αλλά και ο δράκοντας στον Δανιήλ αυτό υπαινίσσεται. Όπως ακριβώς δηλαδή εκείνος, αφού έλαβε την τροφή που του έδωσε ο προφήτης, σχίστηκε στη μέση, έτσι και ο Άδης αφού κατάπιε εκείνο το σώμα σχίστηκε, διότι το σώμα Του κατέκοψε την κοιλία του και αναστήθηκε. Εάν όμως θέλεις να ακούσεις αυτά και με λόγους, αυτά που τα είδες δια των τύπων, άκουσε τον Ησαΐα που λέγει: «Αρεται π τς γς ζω ατο(:Σηκώθηκε βίαια με θάνατο η ζωή του από τη γη)» [Ησ. 53,8]  και «Κύριος βούλεται καθαρίσαι ατν π τς πληγς. ἐὰν δτε περ μαρτίας, ψυχ μν ψεται σπέρμα μακρόβιον· κα βούλεται Κύριος φελεν  π το πόνου τς ψυχς ατο, δεξαι ατ φς κα πλάσαι τ συνέσει, δικαισαι δίκαιον ε δουλεύοντα πολλος, κα τς μαρτίας ατν ατς νοίσει(:Ο Κύριος θέλει να Τον αποδείξει καθαρό και να Τον απαλλάξει από την επενεχθείσα για την ενοχή των άλλων σε Αυτόν πληγή. Εάν προσφέρετε Αυτόν εξιλαστήριο θυσία για τις αμαρτίες σας, η ψυχή σας θα δει τη μακρόβιο και ατελεύτητη γενεά Του. Και ο Κύριος θέλει να αφαιρέσει τον πόνο της ψυχής Του, δείχνοντας σε Αυτόν φως και αναπλαστική δύναμη συνέσεως· πρόκειται να αποδείξει αθώο τον δίκαιο, που διακονεί καλώς πολλούς, και αυτών τις αμαρτίες Αυτός θα βαστάσει)» [Ησ. 53, 10-11] · και τον Δαβίδ πριν από τον Ησαΐα: «τι οκ γκαταλείψεις τν ψυχήν μου ες δην, οδ δώσεις τν σιόν σου δεν διαφθοράν(:Διότι δεν θα εγκαταλείψεις, Κύριε, την ψυχή μου στον Άδη, ώστε να εγκλειστεί σε αυτόν διαπαντός, καθόσον δεν θα επιτρέψεις στον εξαιρετικώς αφοσιωμένο σε εσένα Μεσσία να δοκιμάσει τη φθορά και την αποσύνθεση του τάφου)» [Ψαλμ.15,10].

Για τον λόγο αυτόν και ο Παύλος σε παραπέμπει στις Γραφές, για να μάθεις ότι αυτά δεν έγιναν απλώς και όπως έτυχε· διότι πώς ήταν δυνατόν όταν τόσοι προφήτες περιέγραψαν και ανακήρυξαν αυτά τόσους αιώνες πριν γίνουν, και για να μάθεις ακόμη ότι πουθενά η Γραφή δεν ονομάζει τον θάνατο του Χριστού πτώση στην αμαρτία, όταν μνημονεύει τον θάνατο του δεσπότη, αλλά τον θάνατο και την ταφή και την ανάσταση του σώματος.

«Κα τι φθη Κηφ (:Και ότι εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή Του, στον Κηφά(Πέτρο)». Αμέσως αναφέρει αυτόν που ήταν περισσότερο αξιόπιστος από όλους. «Ετα τος δδεκα·πειτα φθη πνω πεντακοσοις δελφος φπαξ, ξ ν ο πλεους μνουσιν ως ρτι, τινς δ κα κοιμθησαν·πειτα φθη ᾿Ιακβ, ετα τος ποστλοις πσιν·σχατον δ πντων σπερε τ κτρματι φθη κμο(:Κι έπειτα στους δώδεκα Αποστόλους· έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς, από τους οποίους βέβαια μερικοί πέθαναν, οι περισσότεροι όμως ζουν έως τώρα· έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο, και ύστερα σε όλους τους Αποστόλους. Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ. 15,5-8].

Επειδή δηλαδή ανάφερε την απόδειξη από τις Γραφές, προσθέτει και την εκ των πραγμάτων απόδειξη και παρουσιάζει ως μάρτυρες της αναστάσεως μετά από τους προφήτες τους αποστόλους και άλλους πιστούς ανθρώπους. Εάν όμως ονόμαζε ανάσταση την απαλλαγή από την αμαρτία, θα ήταν περιττό να πει ότι παρουσιάστηκε στον τάδε και τον τάδε· διότι αυτό πιστοποιεί την ανάσταση του σώματος, δεν υπαινίσσεται την απαλλαγή από την αμαρτία. Για τον λόγο αυτόν δεν είπε μία φορά το «παρουσιάστηκε», αν και βέβαια ήταν αρκετό να πει τη λέξη μία φορά για όλα· τώρα όμως και δύο και τρεις και σε καθένα σχεδόν από όσους είδαν τον Χριστό μετά την ανάσταση αναφέρει αυτήν. «Διότι», λέγει, «παρουσιάστηκε στον Κηφά, παρουσιάστηκε σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς, παρουσιάστηκε και σε μένα». Και όμως το ευαγγέλιο λέγει το αντίθετο, ότι δηλαδή πρώτα εμφανίστηκε στη Μαρία. Αλλά στον Κηφά εμφανίστηκε πρώτο από τους άντρες, διότι αυτός ποθούσε πάρα πολύ να τον δει.

Και ποιους αποστόλους ονομάζει εδώ δώδεκα; Διότι ο Ματθίας εξελέγη μετά την Ανάληψη, όχι αμέσως μετά την ανάσταση. Αλλά είναι πιθανό ότι εμφανίστηκε σε αυτόν μετά από την Ανάληψη· αφού αυτός ο Απόστολος μετά από την Ανάληψη και κλήθηκε και είδε τον Χριστό. Για τον λόγο αυτόν δεν αναφέρει συγκεκριμένα τον χρόνο, αλλά απαριθμεί γενικά και απροσδιόριστα τις εμφανίσεις· διότι εμφανίστηκε πολλές φορές· γι'αυτό ο Ιωάννης έλεγε: «Μετ τατα φανέρωσεν αυτν πάλιν ησος τος μαθητας π τς θαλάσσης τς Τιβεριάδος(:Μετά από λίγες μέρες ο Ιησούς εμφανίστηκε πάλι στους μαθητές Του στην λίμνη της Τιβεριάδος)»[Ιω.21,1] και «Τοτο δη τρίτον φανερώθη ησος τος μαθητας ατο γερθες κ νεκρν(:Αυτή ήταν η τρίτη μέχρι τότε φορά που φανερώθηκε ο Ιησούς στους μαθητές Του συγκεντρωμένους, μετά την Ανάστασή Του από τους νεκρούς)» [Ιω.21,14].

«πειτα φθη πνω πεντακοσοις δελφος φπαξ(:Έπειτα εμφανίστηκε για μια φορά συγχρόνως σε περισσότερους από πεντακόσιους αδελφούς)»[Α΄Κορ.15,6]. Μερικοί λένε ότι με το «πνω» εννοεί από τους ουρανούς· διότι δεν εμφανίστηκε να βαδίζει πάνω στη γη, αλλά επάνω από την κεφαλή τους· διότι ήθελε να πιστοποιήσει όχι μόνο την Ανάσταση, αλλά και την Ανάληψη. Άλλοι όμως λένε ότι το «πνω πεντακοσοις δελφος» σημαίνει περισσότερους από πεντακόσιους· «ξ ν ο πλεους μνουσιν ως ρτι(:από τους οποίους οι περισσότεροι ζουν έως τώρα)»[Α΄Κορ.15,6]. «Αν και διηγούμαι δηλαδή πράγματα που έγιναν στο παρελθόν, έχω μάρτυρες που ζουν ακόμη»· «τινς δ κα κοιμθησαν(:μερικοί όμως και κοιμήθηκαν)». Δεν είπε «πέθαναν», αλλά «κοιμήθηκαν», και βεβαιώνει πάλι και με αυτή τη λέξη την Ανάσταση.

«πειτα φθη ᾿Ιακβ(:Έπειτα εμφανίστηκε στον Ιάκωβο)». Εγώ νομίζω ότι εννοεί τον αδελφό του· διότι λέγεται ότι ο ίδιος ο Χριστός τον χειροτόνησε και τον κατέστησε πρώτο επίσκοπο Ιεροσολύμων·  «ετα τος ποστλοις πσιν(:και ύστερα σε όλους τους Αποστόλους)»· διότι υπήρχαν και άλλοι απόστολοι, όπως οι εβδομήκοντα.

«σχατον δ πντων σπερε τ κτρματι φθη κμο(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ.15,8]. Αυτός είναι λόγος μεγάλης μετριοφροσύνης. Καθόσον δεν παρουσιάστηκε τελευταία σε αυτόν επειδή ήταν πολύ μικρής αξίας· διότι αν και ονόμασε τον εαυτό του τελευταίο, από πολλούς που έγιναν πριν από αυτόν, μάλλον δε από όλους αποδείχτηκε λαμπρότερος· αλλά και οι πεντακόσιοι αδελφοί δεν ήσαν βέβαια καλύτεροι από τον Ιάκωβο επειδή παρουσιάστηκε πρώτα σε αυτούς.

Και γιατί δεν παρουσιαζόταν ο Κύριος σε όλους μαζί; Για να σπείρει από πριν τα σπέρματα της πίστεως· διότι αφού θα τον έβλεπε ο πρώτος και θα πληροφορείτο με απόλυτη βεβαιότητα την ανάσταση, θα ανήγγειλε αυτήν στους άλλους· ύστερα αφού θα έφτανε πρώτα ο λόγος, θα έκανε αυτόν που την άκουγε να προσδοκεί το μέγα αυτό θαύμα και θα προετοίμαζε την οδό της εμφανίσεως με την πίστη. Για τον λόγο αυτόν ούτε σε όλους μαζί εμφανίστηκε, ούτε από την αρχή σε όλους, αλλά σε ένα μόνο πρώτα και αυτό στον κορυφαίο και πιο πιστό από όλους· διότι χρειαζόταν πάρα πολύ πιστή ψυχή για να δεχτεί πρώτη αυτήν την εμφάνιση. Διότι εκείνοι μεν που θα Τον έβλεπαν, αφού πρώτα θα άκουγαν για την ανάσταση από αυτούς που πρώτοι Τον είδαν, θα είχαν τη μαρτυρία εκείνων που θα συντελούσε πολύ στο να πιστέψουν και να προετοιμάσει την ψυχή τους· ο πρώτος όμως που θα καταξιωνόταν να Τον δει πρώτος, χρειαζόταν, όπως είπα, πολλή πίστη, για να μη φοβηθεί από το παράδοξο που θα έβλεπε. Για τον λόγο αυτόν εμφανίζεται πρώτα στον Πέτρο· διότι αυτός που ομολόγησε πρώτος τον Χριστό, ήταν εύλογο να αξιωθεί και να δει την ανάσταση.

Δεν εμφανίζεται όμως μόνο για αυτόν τον λόγο πρώτα στον Πέτρο, αλλά και επειδή τον είχε αρνηθεί, για να τον παρηγορήσει και να τον πείσει ότι δεν πρέπει να απελπιστεί γι΄αυτό, τον αξίωσε να δει πρώτος αυτήν την εμφάνιση, και πρώτα σε αυτόν παρέδωκε ως πρόβατα τους πιστούς. Για τον λόγο αυτόν και σε γυναίκες παρουσιάστηκε πρώτα, επειδή το φύλο των γυναικών υποτιμήθηκε· γι΄αυτό και στη Γέννηση και στην Ανάσταση του Χριστού γυναίκα πρώτη αισθάνεται αυτή τη χάρη. Ύστερα δε από τον Πέτρο εμφανίζεται και ιδιαιτέρως στον καθένα, και άλλοτε μεν σε λιγότερους, άλλοτε δε σε περισσότερους και κάνει αυτούς μάρτυρες και διδασκάλους μεταξύ τους και αποδεικνύει τους αποστόλους αξιόπιστους σε όσα έλεγαν.

«σχατον δ πντων σπερε τ κτρματι φθη κμο(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα, σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)»[Α΄Κορ. 15,8]. Τι θέση έχουν εδώ οι λόγοι ταπεινοφροσύνης ή με ποια ευκαιρία ειπώθηκαν; Διότι εάν θέλει να εμφανιστεί ως αξιόπιστος και να απαριθμήσει όλους τους μάρτυρες της Αναστάσεως, τότε κάνει το αντίθετο από αυτό που θέλει· έπρεπε δηλαδή να εξυψώσει τον εαυτό του και να δείξει ότι είναι μέγας, πράγμα που κάνει σε πολλά σημεία όταν το καλεί η περίσταση.  Γι΄αυτό λοιπόν και παρουσιάζεται μετριόφρονας εδώ, επειδή αυτό πρόκειται να κάνει· όχι ευθέως όμως, αλλά με τη σύνεση που αρμόζει σε αυτόν. Αφού προηγουμένως δηλαδή έδειξε μετριοφροσύνη και συγκέντρωσε για τον εαυτό του πολλές κατηγορίες, όταν έρχεται η κατάλληλη στιγμή πλέον, τότε επαινεί τα δικά του έργα.

Για ποιον λόγο, άραγε; Για να γίνει περισσότερο εύκολα παραδεκτός ο λόγος όταν λέει εκείνο το «περισστερον ατν πντων κοπασα(:περισσότερο από όλους αυτούς εκοπίασα)»[Α’ Κορ.15,10], και όσα ακολουθούν, αλλά χωρίς να λεχτεί από πριν. Γι΄αυτό και όταν γράφει στον Τιμόθεο και πρόκειται να πει μεγάλα για τον εαυτό του, και μάλιστα όταν καλεί ως μάρτυρα τον εαυτό του, ντρέπεται και κοκκινίζει. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν και αυτός ο μακάριος πρώτα ελεεινολογεί τον εαυτό του και ύστερα τον επαινεί. Και αυτό το κάνει και για να απαλλαγεί από το βαρύ φορτίο της περιαυτολογίας και για να κάνει με αυτόν τον τρόπο αξιόπιστα αυτά που θα ειπωθούν μετά από αυτά· διότι αυτός που λέγει με ειλικρίνεια αυτά που είναι άξια κατηγορίας και δεν αποκρύπτει τίποτε από αυτά, όπως ότι κατεδίωξε την εκκλησία, ότι πολέμησε την πίστη, απαλλάσσει έτσι από κάθε υποψία και εκείνα που τον τιμούν.

Και πρόσεχε υπερβολική ταπεινοφροσύνη. Αφού είπε δηλαδή: «σχατον δ πντων φθη κμο(:Και τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα)»[Α΄Κορ.15,8], δεν αρκέστηκε σε αυτό· διότι «Πολλο δ σονται πρτοι σχατοι(:Πολλοί μάλιστα που είναι στον κόσμο αυτό πρώτοι, θα είναι στον άλλο κόσμο τελευταίοι)», λέγει, «κα σχατοι πρτοι (:και πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι)» [Ματθ.19,30]. Γι΄αυτό πρόσθεσε «σπερε τ κτρματι(:σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)». Και ούτε εδώ σταμάτησε, αλλά προσθέτει και τη δική του κρίση και την αιτιολογεί με τους λόγους: «γ γρ εμι λχιστος τν ποστλων, ς οκ εμ κανς καλεσθαι πστολος, διτι δωξα τν κκλησαν το Θεο(: Διότι εγώ είμαι ο ελάχιστος, ο κατώτερος απ΄ όλους τους Αποστόλους, που δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι Απόστολος, διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού)»[ Α΄Κορ. 15,9]. Και δεν είπε από τους Δώδεκα μόνο, αλλά και από όλους τους άλλους απόστολους. Αυτά λοιπόν τα έλεγε και από μετριοπάθεια και διότι έτσι αισθανόταν, όπως είπα, και επειδή προετοιμαζόταν και έκανε περισσότερο εύκολα παραδεκτό αυτό που επρόκειτο να πει. Διότι, εάν μεν παρέλειπε αυτά και έλεγε «Πρέπει να με πιστέψετε ότι αναστήθηκε ο Χριστός, διότι Τον είδα και είμαι πιο αξιόπιστος από όλους, επειδή κοπίασα περισσότερο από όλους», θα προκαλούσε ενόχληση αυτό σε εκείνους που τον άκουγαν· τώρα όμως αφού προηγουμένως στάθηκε σε αυτά που προκαλούν ταπείνωση και περιέχουν κατηγορία, και την τραχύτητα από όσα πρόκειται να πει εξαλείφει και προετοίμασε την οδό για να πιστέψουν στη μαρτυρία του. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς δεν λέει τυχαία ότι είναι ελάχιστος και ανάξιος του ονόματος των αποστόλων, αλλά θέτει και την αιτία με τους λόγους: «διότι κατεδίωξα την εκκλησία του Θεού».

Και όμως όλα εκείνα συγχωρήθηκαν, αλλά αυτός ποτέ δεν το λησμονεί, όταν θέλει να δείξει το μέγεθος της χάριτος. Για τον λόγο αυτόν  και προσθέτει τους λόγους. «Χριτι δ Θεο εμι εμι (:Με την χάρη του Θεού όμως είμαι ό,τι είμαι τώρα, δηλαδή Απόστολος ίσος με τους άλλους)»[Α΄Κορ.15,10]. Είδες πάλι άλλη εκδήλωση υπερβολικής ταπεινοφροσύνης; Τα μεν ελαττώματα δηλαδή στον εαυτό του αποδίδει· ενώ από τα κατορθώματα κανένα, αλλά τα αποδίδει όλα στον Θεό.

Στην συνέχεια, για να μην κάνει τον ακροατή αμελή με αυτό, λέγει: «Κα χρις ατο ες μ ο κεν γενθη (:Και η χάρις που μου έδωσε ο Κύριος δεν έμεινε άκαρπη και χωρίς αποτέλεσμα)»[Α΄Κορ.15,10]. Και αυτό πάλι με μετριοπάθεια. Διότι δεν είπε ότι «κατέβαλα προσπάθεια αντάξια της χάριτος», αλλά ότι δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα· «λλ περισστερον ατν πντων κοπασα(:αλλά περισσότερο από όλους αυτούς κοπίασα)». Δεν είπε: «τιμήθηκα», αλλά «κοπίασα», και ενώ μπορούσε να πει για κινδύνους και θανάτους, με την λέξη «κόπος», πάλι μετριάζει αυτό που είπε. Ύστερα πάλι με τη συνήθη του ταπεινοφροσύνη, προσπέρασε ταχέως και αυτό και απέδωσε το παν στον Θεό με τα λόγια: «Οκ γ δ, λλ᾿ χρις το Θεο σν μο(:Και το έργο μάλιστα αυτό δεν το εργάστηκα εγώ, αλλά η χάρις του Θεού που είναι μαζί μου και με ενισχύει)»[Α΄Κορ.15,10]. Τι θα ήταν περισσότερο αξιοθαύμαστο από αυτή την ψυχή; Διότι αφού με τόσα εξαφάνισε τον εαυτό του από ταπείνωση και είπε ένα μόνο πράγμα τιμητικό για τον εαυτό του, ούτε αυτό λέγει ότι είναι δικό του, αφού το περικόπτει από παντού και το μετριάζει, και από όσα είπε πριν, και από όσα είπε μετά από αυτόν τον τιμητικό λόγο, και αυτό παρά το ότι αναγκάστηκε να το πει. Πρόσεχε δε πώς με αφθονία λέγει λόγους ταπεινοφροσύνης. Διότι «σχατον δ πντων φθη κμοί(:τελευταία από όλους εμφανίστηκε και σε μένα)», λέγει· γι΄αυτό κανένα άλλο δεν θέτει μαζί  με τον εαυτό του· και «σπερε τ κτρματι(:σαν σε έκτρωμα, σαν έμβρυο δηλαδή που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του)» και λέγει ότι αυτός είναι ο ελάχιστος από τους αποστόλους και ούτε αυτού του τίτλου άξιος.

Και ούτε σε αυτά αρκέστηκε, αλλά για να μην θεωρηθεί ότι μόνο στους λόγους ταπεινοφρονεί, εκθέτει και αιτίες και αποδείξεις των λόγων του, και για το ότι μεν είδε τελευταίος τον Ιησού ως αιτία λέγει ότι είναι έκτρωμα, για το ότι δε είναι ανάξιος και να λέγεται απόστολος, το ότι καταδίωκε την εκκλησία. Διότι αυτός μεν που ταπεινοφρονεί μόνο με τα λόγια, δεν το κάνει αυτό· ενώ αυτός που αναφέρει και τους λόγους της ταπεινότητάς του, λέγει τα πάντα με συντετριμμένη ψυχή. Για τον λόγο αυτόν και αλλού μνημονεύει τα ίδια όταν λέει: «Κα χάριν χω τ νδυναμώσαντί με Χριστ ησο τ Κυρί μν, τι πιστόν με γήσατο, θέμενος ες διακονίαν, τν πρότερον ντα βλάσφημον κα διώκτην καί βριστήν(:Και ευχαριστώ τον Ιησού Χριστό τον Κύριό μας, ο οποίος με ενίσχυσε. Τον ευχαριστώ, διότι με έκρινε άξιο της εμπιστοσύνης Του και με έθεσε στη διακονία του Ευαγγελίου, εμένα που ήμουν πρωτύτερα βλάσφημος και διώκτης και υβριστής της Εκκλησίας Του)»[Α΄Τιμ. 1,12-13].

Για ποιον λόγο όμως είπε και αυτόν τον τιμητικό για τον εαυτό του λόγο, δηλαδή το «περισσότερο από αυτούς κοπίασα»; Έβλεπε ότι τον εξανάγκαζε η περίσταση· διότι εάν δεν έλεγε αυτό, πώς θα μπορούσε να καλεί τον εαυτό του ως μάρτυρα χωρίς δισταγμό και να τον συγκαταλέγει μαζί με τους άλλους και να λέγει: «Ετε ον γ ετε κενοι, οτω κηρσσομεν(:Αφού λοιπόν και στους άλλους Αποστόλους και σε μένα εμφανίστηκε ο Κύριος, και όλοι από Εκείνον αναδειχτήκαμε Απόστολοί Του, είτε εγώ ασκώ το αποστολικό έργο, είτε εκείνοι, με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο Ευαγγέλιο κηρύττουμε όλοι)»[Α΄Κορ.15,11]. Διότι ο μάρτυρας πρέπει να είναι αξιόπιστος και να τον έχουν σε υπόληψη. Και το με ποιον τρόπο εκοπίασε περισσότερο από αυτούς, το έδειξε παραπάνω όταν έλεγε: «Μ οκ χομεν ξουσίαν φαγεν κα πιεν, ς κα ο λοιπο πόστολοι(:Δεν έχουμε και εγώ και οι συνεργάτες μου δικαίωμα να φάμε και να πιούμε αυτά που μας προσφέρουν οι μαθητές μας, όπως έχουν και οι υπόλοιποι απόστολοι;)»[Α΄Κορ.9,4-5] · και πάλι: «γενόμην τος νόμοις ς νομος(:Στους εθνικούς που δεν είχαν νόμο όπως οι Ιουδαίοι, για να κερδίσω αυτούς που δεν είχαν νόμο, συμπεριφέρθηκα σαν άνομος, μολονότι δεν διέπραξα καμία ανομία ενώπιον του Θεού, αλλά ζω σύμφωνα με τον νόμο ενώπιον του Χριστού)» [Α΄Κορ.9,21]. Διότι όπου έπρεπε να επιδείξει ακρίβεια, υπερέβαινε τους πάντες, όπου όμως έπρεπε να δείξει συγκατάβαση, πάλι την ίδια υπερβολή έδειχνε. Μερικοί δε λένε ότι το ότι απεστάλη στα έθνη σημαίνει και ότι επισκέφτηκε το μεγαλύτερο μέρος της οικουμένης· από όπου γίνεται φανερό ότι και περισσότερης χάριτος αξιώθηκε. Διότι εάν κοπίασε περισσότερο, περισσότερη ήταν και η χάρη· αξιώθηκε δε περισσότερης χάριτος επειδή και έδειξε μεγαλύτερο ζήλο. Είδες πως ακόμη και με αυτά που μάχεται και βιάζει τον εαυτό του για να κρύψει αυτά που τον τιμούν, αποδεικνύεται ότι ήταν πρώτος από όλους;

Αυτά αφού ακούσαμε και εμείς, τα μεν ελαττώματά μας ας τα κοινοποιούμε για να ταπεινοφρονούμε, ενώ τα κατορθώματα ας τα αποσιωπούμε· και αν μας εξαναγκάζει η περίσταση, ας τα λέμε τουλάχιστον με μετριοφροσύνη και ας αποδίδουμε το παν στην Χάρη του Θεού· αυτό λοιπόν κάνει και ο Παύλος, αφού στιγματίζει συνεχώς την προηγούμενή του ζωή, ενώ αυτά αποδίδει στην Χάρη, για να δείξει παντού την φιλανθρωπία του Θεού, στο ότι δηλαδή, ενώ ήταν τέτοιος, τον έσωσε, και αφού τον έσωσε πάλι τον έκανε τέτοιο. Κανείς λοιπόν, από όσους βρίσκονται στην κακία, ας μην απελπίζεται, κανείς από τους εναρέτους ας μην επαναπαύεται, αλλά και εκείνος ας έχει φόβο μήπως πέσει, και αυτός ας είναι πρόθυμος. Δηλαδή ούτε μπορεί να μένει κανείς στην αρετή εάν είναι ράθυμος, ούτε αυτός που καταβάλλει προσπάθεια είναι δυνατόν να μην αποφύγει την κακία.

Και παράδειγμα γι’ αυτά και τα δύο είναι ο μακάριος Δαβίδ, ο οποίος όταν για λίγο χαλάρωσε την προσοχή, έπεσε σε μέγα βάραθρο, και όταν μετανόησε με συντριβή και κατάνυξη επανήλθε στο προηγούμενο ύψος· διότι και τα δύο είναι εξίσου κακά και το να απελπίζεται και το να αμελεί κανείς· διότι το μεν ένα καταρρίπτει ταχέως και από αυτήν την κορυφή του ουρανού, το δε άλλο δεν αφήνει τον άνθρωπο να ανορθωθεί. Γι΄αυτό προς εκείνον μεν έλεγε ο Παύλος: « δοκν στάναι βλεπέτω μ πέσ(:Όποιος έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει)» [Α΄Κορ.10,12]· σε αυτόν δε: «Σήμερον, ἐὰν τς φωνς ατο κούσητε, μ σκληρύνητε τς καρδίας μν(: Σήμερα, οπότε ο Θεός απευθύνεται προς τον καθένα μας και μας προσκαλεί στην σωτηρία, μακάρι να ακούσετε την πατρική φωνή Του, η οποία λέει: ’’Μην κάνετε με την απείθεια σκληρές και ανυπότακτες τις καρδιές σας’’)» [Ψαλμ. 94, 8]· και πάλι: «Τς παρειμένας χερας κα τ παραλελυμένα γόνατα νορθώσατε(:Σηκώστε ψηλά τα χέρια σας που είναι πεσμένα κάτω και στερεώστε όρθια τα παραλυμένα γόνατά σας˙ πάρτε θάρρος και δύναμη)»[Εβρ.12,12]. Αλλά και αυτόν που πόρνευσε, όταν μετανόησε, γι΄αυτό τον δέχεται πάλι ταχέως, «μήπως τ περισσοτέρ λύπ καταποθ τοιοτος(:μήπως ο άνθρωπος τέτοιας διαγωγής εξαιτίας της υπερβολικής λύπης του απελπιστεί και τον καταπιεί ο διάβολος)» [Β΄Κορ.2,7].

Γιατί, λοιπόν, στενοχωριέσαι, άνθρωπε, για τα άλλα; Αφού, εάν στη λύπη για τις αμαρτίες, που μόνο γι’ αυτές είναι χρήσιμη η λύπη, η υπερβολή επιφέρει μεγάλη ζημία, πολύ περισσότερο στα άλλα. Γιατί λοιπόν στενοχωρείσαι; Διότι έχασες χρήματα; Αλλά σκέψου αυτούς που ούτε ψωμί χορταίνουν και αμέσως θα παρηγορηθείς. Αλλά και σε κάθε δυστυχία μην θρηνείς αυτά που συμβαίνουν, αλλά να ευχαριστείς για τις συμφορές που δεν συνέβησαν. Απέκτησες χρήματα και τα έχασες; Μην δακρύσεις για την ζημία, αλλά ευχαρίστησε για τον χρόνο κατά τον οποίο τα είχες ωφεληθεί. Είπε όπως ο Ιώβ: «Ε τ γαθ δεξάμεθα κ χειρς Κυρίου, τ κακ οχ ποίσομεν;(: Εάν δεχτήκαμε ευχαρίστως τα αγαθά από τον Κύριο, τα πικρά δεν θα τα υπομείνουμε;)» [Ιώβ 2,10]. Μαζί με αυτό δε να σκέπτεσαι και εκείνο, ότι και αν έχασες χρήματα, όμως έχεις το σώμα σου υγιές και δεν θρηνείς μαζί με την πτωχεία και την αναπηρία του σώματος. Αλλά υπέστη κάποια βλάβη και το σώμα σου; Δεν είναι όμως αυτός ο βυθός των ανθρωπίνων κακών, αλλά στο μέσο της επιφανείας και του βυθού βρίσκεσαι ακόμη. Διότι πολλοί μαζί με πτωχεία και σωματική αναπηρία παλεύουν συγχρόνως και με δαίμονες και περιπλανώνται σε ερήμους· άλλοι πάλι υποφέρουν άλλα φοβερότερα από αυτά. Είθε λοιπόν να μη συμβούν όλα όσα μπορούμε να υπομείνουμε.

Αυτά λοιπόν σκεπτόμενος πάντοτε, να αναλογίζεσαι αυτούς που πάσχουν φοβερότερα και για κανένα από αυτά να μην στενοχωριέσαι· αλλά όταν αμαρτήσεις, τότε μόνο να στενάξεις, τότε να δακρύσεις· όχι μόνο δεν εμποδίζω, αλλά μάλλον και προτρέπω· αλλά και τότε με μέτρο, με την σκέψη ότι υπάρχει επιστροφή, ότι υπάρχει συνδιαλλαγή με τον Θεό. Αλλά βλέπεις άλλους να ζουν με πλούτο και ανέσεις, ενώ τον εαυτό σου με πτωχεία, και άλλον με φανταχτερά ενδύματα και δόξα; Μην βλέπεις όμως μόνο αυτά, αλλά και τα λυπηρά που γεννώνται από αυτά. Και στην φτώχεια επίσης όχι μόνο την φτώχεια, αλλά να σκέπτεσαι και την γλυκύτητα που προέρχεται από αυτήν. Διότι ο πλούτος το μεν προσωπείο έχει ευχάριστο, αλλά τα μέσα του είναι τελείως σκοτεινά, ενώ η φτώχεια το αντίθετο. Και εάν φανερώσεις την συνείδηση του καθενός, στην μεν ψυχή του φτωχού θα δεις πολλή την άνεση και την ελευθερία, ενώ στην ψυχή του πλουσίου συγχύσεις, ταραχές, δυσκολίες. Εάν όμως στενοχωριέσαι που τον βλέπεις να πλουτίζει και εκείνος περισσότερο από εσένα να στενοχωριέται όταν βλέπει αυτόν που είναι πλουσιότερος από εκείνον· και όπως εσύ φοβάσαι αυτόν, έτσι και εκείνος άλλον και σε τίποτε δεν πλεονεκτεί από εσένα ως προς αυτό.

Αλλά στενοχωριέσαι επειδή βλέπεις τον άλλον να είναι άρχοντας, ενώ εσύ ασήμαντος, κατώτερος και από τους πολίτες που διοικούνται; Αλλά σκέψου και την ημέρα της αλλαγής, και πριν από εκείνη την ημέρα τους φόβους, τους κινδύνους, τους κόπους, τις απατηλές κολακείες, τις αγρυπνίες, τις ταλαιπωρίες όλες. Και αυτά λέμε σε εκείνους που δεν θέλουν να ζουν και να σκέπτονται βαθύτερα· διότι, εάν γνωρίσεις αυτό, από άλλα σημαντικότερα μπορούμε να σε παρηγορήσουμε· τώρα όμως είναι ανάγκη να ομιλούμε σε εσένα για τα χονδροειδέστερα. Όταν, λοιπόν, δεις πλούσιο, σκέψου αυτόν που είναι από εκείνον πλουσιότερος και θα δεις αυτόν στην ίδια θλίψη με τη δική σου. Μαζί με αυτόν δε πρόσεχε και τον πτωχότερο από εσένα και πόσοι απεβίωσαν μέσα σε πείνα και έχασαν τις πατρικές τους περιουσίες και ζουν σε φυλακή και εύχονται κάθε ημέρα να αποθάνουν. Διότι ούτε η πτωχεία γεννά θλίψη, ούτε ευτυχία ο πλούτος, αλλά και το ένα και το άλλο συνήθως η σκέψη μας το δημιουργεί.

Πρόσεχε δε όταν αρχίζεις από εκείνους που είναι κατώτεροί σου. Αυτός που καθαρίζει ακαθαρσίες δυσφορεί και υποφέρει διότι δεν απαλλάσσεται από αυτό το άθλιο και αξιοκατηγόρητο, όπως νομίζει, επάγγελμα· αλλά αν τον απαλλάξεις από αυτά και τον κάνεις να κερδίζει με ευπορία τα προς το ζην, θα δυσφορήσει πάλι διότι δεν έχει περισσότερα από τα αναγκαία· και εάν του δώσεις περισσότερα, θα θελήσει πάλι να διπλασιαστούν αυτά και θα στενοχωρηθεί γι’ αυτά, όχι λιγότερο από όσο προηγουμένως· και εάν του δώσεις διπλάσια, και εάν του δώσεις τριπλάσια πάλι θα στενοχωρηθεί διότι δεν διακρίνεται στην πολιτική· και αν του δώσεις και αυτό, θα θεωρήσει δυστυχή τον εαυτό του, διότι δεν είναι από τους πρώτους μεταξύ των πολιτών· αλλά και όταν αποκτήσει και αυτήν την τιμή, θα θρηνήσει διότι δεν διοικεί· και όταν γίνει διοικητής, θα δυσανασχετήσει διότι δεν κυβερνά έθνος ολόκληρο· όταν δε κυβερνήσει και έθνος ολόκληρο, διότι δεν εξουσιάζει πολλά έθνη· όταν εξουσιάσει πολλά έθνη, διότι δεν τα εξουσιάζει όλα· όταν γίνει υπαρχηγός, θα λυπηθεί πάλι διότι δεν είναι και βασιλέας· και εάν γίνει βασιλέας, διότι δεν είναι ο μόνος· και αν είναι μόνος, διότι δεν βασιλεύει και στους βαρβάρους· και εάν βασιλεύσει στους βαρβάρους, διότι δεν βασιλεύει και σε όλη την οικουμένη· και εάν βασιλεύσει σε όλη την οικουμένη, γιατί να μη βασιλεύει και σε άλλο κόσμο; Και έτσι καθώς προχωρεί επ’ άπειρον ο λογισμός, δεν τον αφήνει ποτέ να σκεφτεί και να κρίνει με ορθό τρόπο.

Είδες πως και αν ακόμη τον κάνεις από ασήμαντο και πτωχό, βασιλέα, δεν εξαφανίζεις την λύπη εάν προηγουμένως δεν διορθώσεις σε αυτόν που αγαπά την πλεονεξία; Έλα λοιπόν και θα σου δείξω το αντίθετο, ότι δηλαδή και αν από τα υψηλά καταβιβάσεις στα κατώτερα αυτόν που έχει σύνεση, δεν θα τον ρίξεις σε στενοχώρια και λύπη. Και εάν θέλεις, την ίδια κλίμακα ας κατέβουμε και τον υπαρχηγό, με τον λόγο αφού τον κατεβάσεις από τον θρόνο, στέρησέ τον από αυτό το αξίωμα. Λοιπόν καθόλου δεν θα στενοχωρηθεί αυτός από αυτό, εάν θέλει να κατανοήσει αυτά που είπα. Διότι δεν θα σκεφτεί αυτά που του αφαιρέθηκαν, αλλά αυτά που έχει τώρα, την δόξα δηλαδή από την εξουσία που είχε. Κι αν αφαιρέσεις και αυτήν, θα σκεφτεί τους απλούς και ασήμους ανθρώπους, οι οποίοι ποτέ δεν έλαβαν τέτοια εξουσία και θα του αρκέσει ο πλούτος του· αν όμως αφαιρέσεις και αυτόν, θα δει αυτούς που έχουν τα ίσα με αυτόν· αν πάλι αφαιρέσεις και αυτά και του δώσεις μόνο την αναγκαία τροφή, θα μπορέσει να σκεφθεί αυτούς που ούτε τροφή έχουν, αλλά παλεύουν με διαρκή πείνα και κατοικούν σε φυλακή. Εάν πάλι προσθέσεις στη φυλακή και αυτούς που πάσχουν από ανίατα νοσήματα, σκεπτόμενος αυτούς που βρίσκονται σε αθεράπευτες δυστυχίες, θα δει τον εαυτό του να είναι καλύτερος σε πολλά. Και όπως εκείνος που καθαρίζει ακαθαρσίες ούτε όταν γίνει βασιλιάς θα ευθυμήσει, έτσι αυτός ούτε όταν φυλακιστεί, θα στενοχωρηθεί ποτέ.

Άρα δεν είναι ο πλούτος αιτία ευτυχίας, ούτε η φτώχεια αιτία δυστυχίας, αλλά η δική μας γνώμη και το ότι οι οφθαλμοί της ψυχής μας δεν είναι καθαροί, ούτε στεκόμαστε κάπου και μένουμε εκεί, αλλά πετούμε απεριόριστα. Και όπως τα μεν υγιή σώματα και αν ακόμη τρέφονται μόνο με ψωμί, είναι εύρωστα και σφριγηλά, ενώ τα φιλάσθενα, και αν ακόμη απολαμβάνουν πλούσια και με ποικίλα φαγητά τράπεζα, τόσο περισσότερο ασθενή γίνονται, έτσι συμβαίνει συνήθως και με την ψυχή· οι μεν μικρόψυχοι, ούτε με στέμμα και απερίγραπτες τιμές μπορούν να είναι εύθυμοι, ενώ αυτοί που έχουν σοφία και  σύνεση και σε φυλακή και με αλυσίδες και σε φτώχεια απολαμβάνουν ευτυχία. Αναλογιζόμενοι λοιπόν αυτά, ας βλέπουμε πάντοτε προς αυτούς που βρίσκονται σε χειρότερη θέση από εμάς.

Βέβαια υπάρχει μεν και άλλη παρηγορία, αλλά είναι πνευματική και σοφή και υπερβαίνει την υλοφροσύνη των πολλών. Ποια είναι αυτή; Ότι τίποτε δεν είναι ο πλούτος, τίποτε η φτώχεια, τίποτε η περιφρόνηση, τίποτε η τιμή, αλλά σε σύντομη διάρκεια και στην ονομασία διαφέρουν μεταξύ τους. Μαζί επίσης με αυτήν υπάρχει και άλλη μεγαλύτερη από αυτήν, το να σκέφτεται δηλαδή κανείς τα αγαθά και τα κακά της μελλούσης ζωής, αυτά που στην πραγματικότητα είναι κακά και αυτά που στην πραγματικότητα είναι αγαθά και να παρηγορείται από εκείνα. Αλλά επειδή πολλοί από αυτούς, όπως είπα, απέχουν πολύ από τους λόγους αυτούς, γι'αυτό αναγκαστήκαμε να χρησιμοποιήσουμε και εκείνους τους λόγους, για να οδηγήσουμε στην ορθή οδό και αυτούς που δέχτηκαν εκείνα.

Αναλογιζόμενοι λοιπόν όλα αυτά, ας τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας από κάθε πλευρά, και ποτέ δεν θα στενοχωρηθούμε για τις αιφνίδιες και απροσδόκητες θλίψεις. Διότι, εάν δούμε πλούσιους σε μια εικόνα, δεν θα πούμε ότι είναι αξιοζήλευτοι, όπως ούτε τους φτωχούς που εικονίζονται εκεί, θα θεωρήσουμε άθλιους και αξίους οίκτου· αν και βέβαια εκείνοι οι πλούσιοι της εικόνας μένουν περισσότερο από τους πλούσιους που ζουν μεταξύ μας· διότι περισσότερο διαρκεί ο πλούτος στην εικόνα, παρά στην πραγματικότητα. Διότι αυτός μεν που είναι στην εικόνα, πολλές φορές έφτασε να φαίνεται έτσι και εκατό χρόνια, ενώ αυτός που είναι πλούσιος στην πραγματικότητα ορισμένες φορές, αφού ούτε έναν χρόνο δεν απόλαυσε τα υπάρχοντά του, γυμνώθηκε από όλα μεμιάς. Αναλογιζόμενοι λοιπόν όλα αυτά, ας περιτειχίσουμε από όλες τις πλευρές την επιθυμία εναντίον της παράλογης λύπης, για να ζήσουμε και την παρούσα ζωή με αληθινή ηδονή και τα μελλοντικά αγαθά να επιτύχουμε, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/
  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή, ομιλία ΛΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1980, τόμος 18Α, σελίδες 548-587.
  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
  • Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
  • https://www.agia-aikaterini-larissis.com/
  • https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
  • http://www.greek-language.gr/
  • http://users.sch.gr/aiasgr/
  • http://users.sch.gr/aiasr/


Print-icon 

Login-iconLogin
active³ 5.4 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης